Καλά τα κρασιά του νότιου Ροδανού, χρήσιμες οι εμπειρίες, όμορφα τα τοπία του αλλά όπως και να 'χει ο Βόρειος είναι κόλλημα και ότι και να γίνει ένα πέρασμα θα το κάνουμε κι από κάποιο οινοποιείο εκεί. Η Syrah εκεί πάνω έχει άλλη διάσταση και όσες χώρες στον κόσμο -παλαιό ή νέο- την καλλιεργούν δεν καταφέρνουν ποτέ να παράγουν οίνους εφάμιλλους της Βόρειας κοιλάδας του Ροδανού. Γι'αυτό και θεωρώ πολύ καλή την επιλογή των Αυστραλών και άλλων νεοκοσμίτικων χωρών να δώσουν το όνομα Shiraz στην ίδια ποικιλία. Διότι στα δικά τους terroir, ακόμη και αν καταφέρνουν να φτάσουν σε υψηλά επίπεδα ποιότητας, ο χαρακτήρας της είναι τελείως διαφορετικός. Αναρωτιέμαι αν θα έπρεπε να είχαν κάνει το ίδιο όλες η περιοχές εκτός βόρειου Ροδανού που καλλιεργούν την ποικιλία αυτήν.
Αφού λοιπόν τελειώσαμε τις επισκέψεις στην περιοχή του Chateauneuf επιστρέψαμε στο σπίτι του Ρεμύ στην Ardeche. Την επόμενη είχαμε ραντεβού σε ένα από τα πιο ξακουστά ονόματα της περιοχής. Αυτό του Jean Louis Chave. Παραγωγοί από το 1481 και από τους τρεις βασικούς ιδιοκτήτες του Hermitage*, ο Gerard Chave και ο γιος του Jean Louis που έχει αναλάβει σήμερα την παραγωγή, θεωρούνται από πολλούς ως ένα από τα καλύτερα οινοποιεία της Γαλλίας. Οι λίγες φιάλες που παράγονται από τα 15 στρέμματα αμπελώνα, γίνονται ανάρπαστες και γι'αυτό δεν είναι λίγες οι φορές που βρίσκει κανείς τα κρασιά του Domaine Chave στην αγορά με τριψήφιες τιμές!
Ξεκινώντας την επίσκεψη, ρίξαμε μία ματιά στους χώρους οινοποίησης και αμέσως μετά περάσαμε στα υπόγεια για να δοκιμάσουμε τα λευκά από τις δεξαμενές που ήταν αρκετά διακριτικά στην μύτη αλλά με εκρηκτική μεταλλικότητα στο στόμα, χαρακτηριστική της Marsanne στους γρανίτες του Hermitage. Καθόλου εύκολο να βγάλει κανείς συμπεράσματα δοκιμάζοντας τέτοια κρασιά τόσο νέα. Σίγουρα όμως όταν τα αρώματα ανοίξουν λίγο παραπάνω και η υφάλμυρη γεύση που δίνει η μεταλλικότητα, εναρμονιστεί κατάλληλα με το σύνολο θα μιλάμε για μεγάλα λευκά αντάξια του ονόματος που φέρουν.
Συνεχίσαμε δοκιμάζοντας τα κόκκινα του 2009 που μόλις είχαν τελειώσει να ζυμώνουν. Πολύ πλούσια σε τανίνες αλλά πάντα με καλές οξύτητες, κατάφερναν να ισορροπήσουν ακόμη και σε δεξαμενές όπου το οινόπνευμα ξεπερνούσε το 14%. Θα θέλαμε πολύ να δοκιμάσουμε κάποιες φιάλες από παλαιότερες σοδειές αλλά κάτι τέτοιο ήταν φυσικά αδύνατο. Πέραν του ότι το domaine κανονικά δεν δέχεται επισκέψεις και συνεπώς δεν κάνει γευσιγνωσίες, όπως μας ενημέρωσαν οι υπάλληλοι που εργάζονται εκεί πέρα, ακόμη και οι ίδιοι σπάνια έχουν την τύχη να δοκιμάσουν κάτι από φιάλη. Τους αμπελώνες τους είχαμε επισκεφτεί σε παλαιότερες επισκέψεις στην περιοχή γυρνώντας μαζί με ένα φίλο που δούλευε εκεί πέρα και γνώριζε καλά τα κατατόπια.Πριν κλείσω τα του Ροδανού δεν πρέπει να παραλείψω να γράψω κάτι για την παραγωγή του οικοδεσπότη μου. Ο Ρεμύ ξεκίνησε οινοποιώντας πειραματικά λίγη Marsanne το 2007 από ένα μικρό κομμάτι αμπελώνα του πατέρα του που είναι συνεταιριστής στην Cave de Tain. Ένα χρόνο μετά απέκτησε επτά στρέμματα Marsanne την οποία οινοποίησε στο οινοποιείο του Alain Voge στο Cornas και στην συνέχεια μετέφερε σε ξύλινα βουργουνδέζικου τύπου βαρέλια. Φέτος βοηθούμενος από τα Ευρωπαϊκά προγράμματα απέκτησε τον απαραίτητο εξοπλισμό και οινοποίησε σε ένα χώρο που χρησιμοποιεί προσορινά ως οινοποιείο. Ταυτόχρονα κυκλοφόρησε την παραγωγή του 2008 με δύο διαφορετικές ετικέτες: ένα κοινό Saint Peray και το Saint Peray La Beylesse που έιναι η ονομασία του αμπελοτεμαχίου που απέκτησε και είναι μία επιλογή από τα καλύτερα βαρέλια του.
Η παραγωγή του 2007 ήταν αρκετά καλή και την δοκιμάσαμε αρκετές φορές όταν φοιτούσαμε ακόμη στην Beaune αλλά και αργότερα. Πέρα από ένα μικρό προβληματάκι διάυγειας, στέκεται πάρα πολύ καλά και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλα Saint Peray της αγοράς. Αντιθέτως είναι αρκετά εκφραστικό στην μύτη, με τραγανή οξύτητα που το σκληραίνει λίγο αλλά με την κατάλληλη συνοδεία καταναλώνεται πολύ ευχάριστα.
Το 2008 από την φιάλη ήταν λίγο δύσκολο στην δοκιμή αλλά θα ήταν λάθος να το κρίνουμε αφού έχει μόλις δύο μήνες που εμφιαλώθηκε. Όταν το είχα δοκιμάσει στο βαρέλι πάντως πριν λίγους μήνες είχε κερδίσει την λιπαρότητα που έλειπε από το 2007 και ήταν πολύ πιο ισορροπημένο.
Το 2009 έχει δουλευτεί υπό πολύ καλύτερες συνθήκες και αυτό φαίνεται και στο αποτέλεσμα. Κάθε βαρέλι που δοκιμάσαμε ήταν οινολογικά άψογο ενώ επίσης το κάθε ένα από αυτά ήταν διαφορετικό κρατώντας ταυτόχρονα την ίδια γραμμή με τα υπόλοιπα. Αυτό νομίζω πως είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία του Remy μέχρι σήμερα. Σε μόλις τρία χρόνια παραγωγής -με το πρώτο να είναι εντελώς πειραματικό - έχει καταφέρει να δώσει το δικό του στυλ στα κρασιά που παράγει. Πολύ σημαντικό επίτευγμα για κάποιον που μπαίνει σήμερα στην αγορά. Και επειδή ο Ρεμύ έχει ξεκινήσει δυναμικά και έχει ήδη καταφέρει να τραβήξει το ενδιαφέρον διάφορων επαγγελματιών του χώρου, το χαρακτηριστικό αυτό στυλ των κρασιών του θα τον βοηθήσει να κρατήσει πιο εύκολα τις αγορές που κερδίζει. Άντε και με ένα καλό Cornas τώρα!
Αυτές ήταν και οι τελευταίες αμπελο-οινικές περιπέτειες στην Γαλλία για φέτος. Πήρα το λεωφορείο από την Valence και διασχίζοντας τα πανέμορφα φθινοπωρινά τοπία των πασπαλισμένων με φρέσκο χιόνι Άλπεων, έφτασα στο Τορίνο για να συνεχίσω τις περιπέτειές μου αυτήν την φορά στο Πιεμόντε!
*Οι Chapoutier, Jaboulet, και Chave κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του μυθικού αυτού λόφου και το υπόλοιπο ανήκει ως επί το πλείστον σε συνεταιριστές της Cave de Tain.
>Παλαιότερες αναρτήσεις για τον Βόρειο Ροδανό:
- Αμπελο-οινικές περιπέτειες στις πλαγιές του Ροδανού Μέρος 1ο
- Αμπελο-οινικές περιπέτειες στις πλαγιές του Ροδανού Μέρος 2ο
- Cornas - Thierry Allemand
- Crozes Hermitage Les Croix 2006
σημ.: Οι φωτογραφίες από τους αμπελώνες είναι από τον μήνα Απρίλιο
Αφού λοιπόν τελειώσαμε τις επισκέψεις στην περιοχή του Chateauneuf επιστρέψαμε στο σπίτι του Ρεμύ στην Ardeche. Την επόμενη είχαμε ραντεβού σε ένα από τα πιο ξακουστά ονόματα της περιοχής. Αυτό του Jean Louis Chave. Παραγωγοί από το 1481 και από τους τρεις βασικούς ιδιοκτήτες του Hermitage*, ο Gerard Chave και ο γιος του Jean Louis που έχει αναλάβει σήμερα την παραγωγή, θεωρούνται από πολλούς ως ένα από τα καλύτερα οινοποιεία της Γαλλίας. Οι λίγες φιάλες που παράγονται από τα 15 στρέμματα αμπελώνα, γίνονται ανάρπαστες και γι'αυτό δεν είναι λίγες οι φορές που βρίσκει κανείς τα κρασιά του Domaine Chave στην αγορά με τριψήφιες τιμές!
Ξεκινώντας την επίσκεψη, ρίξαμε μία ματιά στους χώρους οινοποίησης και αμέσως μετά περάσαμε στα υπόγεια για να δοκιμάσουμε τα λευκά από τις δεξαμενές που ήταν αρκετά διακριτικά στην μύτη αλλά με εκρηκτική μεταλλικότητα στο στόμα, χαρακτηριστική της Marsanne στους γρανίτες του Hermitage. Καθόλου εύκολο να βγάλει κανείς συμπεράσματα δοκιμάζοντας τέτοια κρασιά τόσο νέα. Σίγουρα όμως όταν τα αρώματα ανοίξουν λίγο παραπάνω και η υφάλμυρη γεύση που δίνει η μεταλλικότητα, εναρμονιστεί κατάλληλα με το σύνολο θα μιλάμε για μεγάλα λευκά αντάξια του ονόματος που φέρουν.
Συνεχίσαμε δοκιμάζοντας τα κόκκινα του 2009 που μόλις είχαν τελειώσει να ζυμώνουν. Πολύ πλούσια σε τανίνες αλλά πάντα με καλές οξύτητες, κατάφερναν να ισορροπήσουν ακόμη και σε δεξαμενές όπου το οινόπνευμα ξεπερνούσε το 14%. Θα θέλαμε πολύ να δοκιμάσουμε κάποιες φιάλες από παλαιότερες σοδειές αλλά κάτι τέτοιο ήταν φυσικά αδύνατο. Πέραν του ότι το domaine κανονικά δεν δέχεται επισκέψεις και συνεπώς δεν κάνει γευσιγνωσίες, όπως μας ενημέρωσαν οι υπάλληλοι που εργάζονται εκεί πέρα, ακόμη και οι ίδιοι σπάνια έχουν την τύχη να δοκιμάσουν κάτι από φιάλη. Τους αμπελώνες τους είχαμε επισκεφτεί σε παλαιότερες επισκέψεις στην περιοχή γυρνώντας μαζί με ένα φίλο που δούλευε εκεί πέρα και γνώριζε καλά τα κατατόπια.Πριν κλείσω τα του Ροδανού δεν πρέπει να παραλείψω να γράψω κάτι για την παραγωγή του οικοδεσπότη μου. Ο Ρεμύ ξεκίνησε οινοποιώντας πειραματικά λίγη Marsanne το 2007 από ένα μικρό κομμάτι αμπελώνα του πατέρα του που είναι συνεταιριστής στην Cave de Tain. Ένα χρόνο μετά απέκτησε επτά στρέμματα Marsanne την οποία οινοποίησε στο οινοποιείο του Alain Voge στο Cornas και στην συνέχεια μετέφερε σε ξύλινα βουργουνδέζικου τύπου βαρέλια. Φέτος βοηθούμενος από τα Ευρωπαϊκά προγράμματα απέκτησε τον απαραίτητο εξοπλισμό και οινοποίησε σε ένα χώρο που χρησιμοποιεί προσορινά ως οινοποιείο. Ταυτόχρονα κυκλοφόρησε την παραγωγή του 2008 με δύο διαφορετικές ετικέτες: ένα κοινό Saint Peray και το Saint Peray La Beylesse που έιναι η ονομασία του αμπελοτεμαχίου που απέκτησε και είναι μία επιλογή από τα καλύτερα βαρέλια του.
Η παραγωγή του 2007 ήταν αρκετά καλή και την δοκιμάσαμε αρκετές φορές όταν φοιτούσαμε ακόμη στην Beaune αλλά και αργότερα. Πέρα από ένα μικρό προβληματάκι διάυγειας, στέκεται πάρα πολύ καλά και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλα Saint Peray της αγοράς. Αντιθέτως είναι αρκετά εκφραστικό στην μύτη, με τραγανή οξύτητα που το σκληραίνει λίγο αλλά με την κατάλληλη συνοδεία καταναλώνεται πολύ ευχάριστα.
Το 2008 από την φιάλη ήταν λίγο δύσκολο στην δοκιμή αλλά θα ήταν λάθος να το κρίνουμε αφού έχει μόλις δύο μήνες που εμφιαλώθηκε. Όταν το είχα δοκιμάσει στο βαρέλι πάντως πριν λίγους μήνες είχε κερδίσει την λιπαρότητα που έλειπε από το 2007 και ήταν πολύ πιο ισορροπημένο.
Το 2009 έχει δουλευτεί υπό πολύ καλύτερες συνθήκες και αυτό φαίνεται και στο αποτέλεσμα. Κάθε βαρέλι που δοκιμάσαμε ήταν οινολογικά άψογο ενώ επίσης το κάθε ένα από αυτά ήταν διαφορετικό κρατώντας ταυτόχρονα την ίδια γραμμή με τα υπόλοιπα. Αυτό νομίζω πως είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία του Remy μέχρι σήμερα. Σε μόλις τρία χρόνια παραγωγής -με το πρώτο να είναι εντελώς πειραματικό - έχει καταφέρει να δώσει το δικό του στυλ στα κρασιά που παράγει. Πολύ σημαντικό επίτευγμα για κάποιον που μπαίνει σήμερα στην αγορά. Και επειδή ο Ρεμύ έχει ξεκινήσει δυναμικά και έχει ήδη καταφέρει να τραβήξει το ενδιαφέρον διάφορων επαγγελματιών του χώρου, το χαρακτηριστικό αυτό στυλ των κρασιών του θα τον βοηθήσει να κρατήσει πιο εύκολα τις αγορές που κερδίζει. Άντε και με ένα καλό Cornas τώρα!
Αυτές ήταν και οι τελευταίες αμπελο-οινικές περιπέτειες στην Γαλλία για φέτος. Πήρα το λεωφορείο από την Valence και διασχίζοντας τα πανέμορφα φθινοπωρινά τοπία των πασπαλισμένων με φρέσκο χιόνι Άλπεων, έφτασα στο Τορίνο για να συνεχίσω τις περιπέτειές μου αυτήν την φορά στο Πιεμόντε!
*Οι Chapoutier, Jaboulet, και Chave κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του μυθικού αυτού λόφου και το υπόλοιπο ανήκει ως επί το πλείστον σε συνεταιριστές της Cave de Tain.
>Παλαιότερες αναρτήσεις για τον Βόρειο Ροδανό:
- Αμπελο-οινικές περιπέτειες στις πλαγιές του Ροδανού Μέρος 1ο
- Αμπελο-οινικές περιπέτειες στις πλαγιές του Ροδανού Μέρος 2ο
- Cornas - Thierry Allemand
- Crozes Hermitage Les Croix 2006
σημ.: Οι φωτογραφίες από τους αμπελώνες είναι από τον μήνα Απρίλιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου