Επόμενο βήμα στον φθινοπωρινό αυτό γύρο των μεσογειακών αμπελώνων η Ιταλία. Μία χώρα που μαζί με την Γαλλία κατέχουν τα πρωτεία στην γαστρονομική κουλτούρα και αυτό το διαπιστώνει κανείς όπου κι αν βρεθεί.
Ακόμη και στο Τορίνο όπου έμενα τις πρώτες μέρες, νιώθει κανείς την επιρροής αυτής της κουλτούρας παρά το μέγεθος της πόλης. Ξεχωρίζει μάλιστα το εμπορικό κατάστημα προϊόντων τοπικής γαστρονομίας "Eataly". Ένας τεράστιος χώρος στον οποίο μπορεί κανείς να βρει τα καλύτερα τρόφιμα και ποτά που παράγονται στην γειτονική μας χώρα με ιδιαίτερη έμφαση όμως στην περιοχή του Πιεμοντέ. Κάθε τομέας (αλλαντικά,τυριά,ποτά κλπ.) έχει την δική του κουζίνα και τα πιάτα που σερβίρονται είναι αντίστοιχα του τομέα στον οποίο βρίσκονται. Τα εστιατόρια αυτά έχουν στρόγγυλο σχήμα και τα προϊόντα εκτίθενται κυκλικά γύρω από αυτά. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι αυτά που αργούν να πωληθούν και πλησιάζουν την ημερομηνία λήξης τους. Έτσι, για παράδειγμα, τρώει κανείς με έξι ευρώ πίτσα στην οποία έχει μπει ζαμπόν που κοστίζει εκατό ευρώ το κιλό! Επίσης, στο Τορίνο δεν είναι λίγα τα μέρη για φαγητό τα οποία δουλεύουν με την μέθοδο της δίαιτας των εκατό χιλιομέτρων όπου τίποτα δεν έχει παραχθεί μακρύτερα από εκατό χιλιόμετρα από την έδρα του εστιατορίου!
Τις ημέρες που έμεινα στο εκεί υπήρχε και το Τορίνο wine show με κρασιά από όλη την Ιταλία. Μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μένα να γνωρίσω καλύτερα τα Ιταλικά κρασιά στην πράξη. Γιατί καλή η θεωρία, οι χάρτες με τις αμπελουργικές ζώνες και τα τουριστικά προσπέκτους με τα τυπικά κρασιά της κάθε περιοχής αλλά αν δεν δοκιμάσεις δεν συγκρατείς και πολλά. Από τη άλλη όμως, σε τέτοιου τύπου εκθέσεις - τις πολύ γυαλιστερές- σπάνια βρίσκει κανείς κάτι που ν'αξίζει. Οι περισσότεροι εκθέτες στηρίζονται στο μάρκετινγκ το οποίο χρησιμοποιούν ως μέσο για να κάνουν τον απλό καταναλωτή που δεν έχει πραγματικά δική του κρίση, να εκτιμήσει το προϊόν τους. Δύσκολα συναντάμε εκεί παραγωγούς που μπορούν να κερδίσουν με την οργανοληπτική ποιότητα του προϊόντος τους τον οινόφιλο που ξέρει τι ζητάει. Αυτό συμβαίνει κυρίως στις χώρες που έχουν μεγάλο αριθμό παραγωγών όπως η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία αλλά και η Γερμανία.
Τελικά δεν έπεσα έξω. Δυσκολεύτηκα αρκετά μέχρι να βρω μερικά σταντ που μου κίνησαν το ενδιαφέρον.
Το πρώτο ήταν ένα Τοσκανέζικο κτήμα με φανταστικό Sangiovese και ένα δυναμικό αλλά ισορροπημένο Super-Tuscan. Από το Πιεμόντε -που έπαιζε και έδρα- μου τράβηξε την προσοχή το Dolcetto του "Ca' du rabaja" με τον εύκολο χαρακτήρα του αλλά και η όλη φιλοσοφία του οινοποιείου αυτού γύρω από το κρασί. Το λευκό του βέβαια ήταν ο τύπος λευκού που απεχθάνομαι αλλά απ'ότι μου εξήγησε ο παραγωγός έχει συγκεκριμένο λόγο που το παράγει κατ' αυτόν τον τρόπο.
Tο καλύτερο σταντ της βραδιάς ήταν για μένα αυτό ενός παραγωγού από την Καμπανία (την Ιταλική καμπανία φυσικά). Με αμπελώνες σε εξολοκλήρου ηφαιστειογενή θειούχα εδάφη ξεχώριζε ποιοτικά σαν την μύγα μες το γάλα. Τα λευκά από την ποικιλία Greco di Tufo (μαντέψτε την προέλευσή της) είχαν τρομερά ορυκτά αρώματα με πιο χαρακτηριστικό την σπιρτάδα της θειάφης συνοδευόμενη από μερικές πιο φρουτένιες νότες που την γλύκαιναν κάπως. Στο στόμα μία εκρηκτική μεταλλικότητα σκόρπιζε γεύσεις και αρώματα σε όλη την στοματική κοιλότητα και χάνονταν πολύ πιο μετά από την στιγμή που το κρασί άφηνε το στόμα! Συνεπαρμένος από το μεγαλείο των λευκών δεν μπόρεσα να εκτιμήσω τα εξίσου μεταλλικά κόκκινα από Aglianico όπως θα έπρεπε. Αδιαμφισβήτητα πάντως αποτελούσαν όαση δροσιάς μέσα σε μία έρημο που έκαιγε από το υψηλό αλκοόλ των περισσότερων κόκκινων που είχα δοκιμάσει μέχρι εκείνη την στιγμή. Προς μεγάλη μου απογοήτευση, μέχρι και την στιγμή που έφυγα δεν κατάφερα να βρω κάτι αξιόλογο από τις περιοχές του Friuli, του Veneto και της Σικελίας.
Η πρώτη μου εβδομάδα έκλεισε με μία βόλτα στο βόρειο Πιεμόντε στην περιοχή της Gattinara όπου παράγονται Nebiollo λιγότερα γνωστά από αυτά του Barbaresco ή του Barolo αλλά εξίσου αξιόλογα. Ο καιρός δε μου έκανε το χατήρι και με την ομίχλη να σκεπάζει τα πάντα έχανα το όμορφο θέαμα των αμπελώνων που απλώνονται στους πρόποδες των Άλπεων. Ευτυχώς για μένα, στο μοναδικό domaine που επισκέφτηκα -στην Azienda Antoniolo- μου έκαναν την χάρη να κάνουμε μία γύρα στους αμπελώνες που βρίσκονταν σκαρφαλωμένοι στους γύρω λόφους.
Αφού τελειώσαμε την γύρα μας, κάναμε μία σύντομη ξενάγηση στους χώρους οινοποίησης και παλαίωσης που ήταν πολύ καλόγουστα διαμορφωμένοι και κλείσαμε με μία σύντομη γευσιγνωσία. Με πολύ φινετσάτη μύτη, καλή δομή και έντονες οξύτητες, το Nebbiolo τους μου θύμιζε πολύ έντονα καλό ξινόμαυρο από την Νάουσα.
Καθόλου παράξενο αφού πέρα από τις ομοιότητες των δύο ποικιλιών που είναι γνωστές, το κλίμα παίζει επίσης σημαντικό ρόλο με τα βουνά να δροσίζουν τις καλοκαιρινές νύχτες και να δίνουν αυτήν την χαρακτηριστική φρεσκάδα στα κόκκινα που παράγονται εκεί.
Για την συνέχεια το πρόγραμμα έλεγα ταξιδάκι στις νοτιότερες περιοχές για γνωριμία με το Barolo και την γύρω περιοχή...
Ακόμη και στο Τορίνο όπου έμενα τις πρώτες μέρες, νιώθει κανείς την επιρροής αυτής της κουλτούρας παρά το μέγεθος της πόλης. Ξεχωρίζει μάλιστα το εμπορικό κατάστημα προϊόντων τοπικής γαστρονομίας "Eataly". Ένας τεράστιος χώρος στον οποίο μπορεί κανείς να βρει τα καλύτερα τρόφιμα και ποτά που παράγονται στην γειτονική μας χώρα με ιδιαίτερη έμφαση όμως στην περιοχή του Πιεμοντέ. Κάθε τομέας (αλλαντικά,τυριά,ποτά κλπ.) έχει την δική του κουζίνα και τα πιάτα που σερβίρονται είναι αντίστοιχα του τομέα στον οποίο βρίσκονται. Τα εστιατόρια αυτά έχουν στρόγγυλο σχήμα και τα προϊόντα εκτίθενται κυκλικά γύρω από αυτά. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι αυτά που αργούν να πωληθούν και πλησιάζουν την ημερομηνία λήξης τους. Έτσι, για παράδειγμα, τρώει κανείς με έξι ευρώ πίτσα στην οποία έχει μπει ζαμπόν που κοστίζει εκατό ευρώ το κιλό! Επίσης, στο Τορίνο δεν είναι λίγα τα μέρη για φαγητό τα οποία δουλεύουν με την μέθοδο της δίαιτας των εκατό χιλιομέτρων όπου τίποτα δεν έχει παραχθεί μακρύτερα από εκατό χιλιόμετρα από την έδρα του εστιατορίου!
Τις ημέρες που έμεινα στο εκεί υπήρχε και το Τορίνο wine show με κρασιά από όλη την Ιταλία. Μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μένα να γνωρίσω καλύτερα τα Ιταλικά κρασιά στην πράξη. Γιατί καλή η θεωρία, οι χάρτες με τις αμπελουργικές ζώνες και τα τουριστικά προσπέκτους με τα τυπικά κρασιά της κάθε περιοχής αλλά αν δεν δοκιμάσεις δεν συγκρατείς και πολλά. Από τη άλλη όμως, σε τέτοιου τύπου εκθέσεις - τις πολύ γυαλιστερές- σπάνια βρίσκει κανείς κάτι που ν'αξίζει. Οι περισσότεροι εκθέτες στηρίζονται στο μάρκετινγκ το οποίο χρησιμοποιούν ως μέσο για να κάνουν τον απλό καταναλωτή που δεν έχει πραγματικά δική του κρίση, να εκτιμήσει το προϊόν τους. Δύσκολα συναντάμε εκεί παραγωγούς που μπορούν να κερδίσουν με την οργανοληπτική ποιότητα του προϊόντος τους τον οινόφιλο που ξέρει τι ζητάει. Αυτό συμβαίνει κυρίως στις χώρες που έχουν μεγάλο αριθμό παραγωγών όπως η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία αλλά και η Γερμανία.
Τελικά δεν έπεσα έξω. Δυσκολεύτηκα αρκετά μέχρι να βρω μερικά σταντ που μου κίνησαν το ενδιαφέρον.
Το πρώτο ήταν ένα Τοσκανέζικο κτήμα με φανταστικό Sangiovese και ένα δυναμικό αλλά ισορροπημένο Super-Tuscan. Από το Πιεμόντε -που έπαιζε και έδρα- μου τράβηξε την προσοχή το Dolcetto του "Ca' du rabaja" με τον εύκολο χαρακτήρα του αλλά και η όλη φιλοσοφία του οινοποιείου αυτού γύρω από το κρασί. Το λευκό του βέβαια ήταν ο τύπος λευκού που απεχθάνομαι αλλά απ'ότι μου εξήγησε ο παραγωγός έχει συγκεκριμένο λόγο που το παράγει κατ' αυτόν τον τρόπο.
Tο καλύτερο σταντ της βραδιάς ήταν για μένα αυτό ενός παραγωγού από την Καμπανία (την Ιταλική καμπανία φυσικά). Με αμπελώνες σε εξολοκλήρου ηφαιστειογενή θειούχα εδάφη ξεχώριζε ποιοτικά σαν την μύγα μες το γάλα. Τα λευκά από την ποικιλία Greco di Tufo (μαντέψτε την προέλευσή της) είχαν τρομερά ορυκτά αρώματα με πιο χαρακτηριστικό την σπιρτάδα της θειάφης συνοδευόμενη από μερικές πιο φρουτένιες νότες που την γλύκαιναν κάπως. Στο στόμα μία εκρηκτική μεταλλικότητα σκόρπιζε γεύσεις και αρώματα σε όλη την στοματική κοιλότητα και χάνονταν πολύ πιο μετά από την στιγμή που το κρασί άφηνε το στόμα! Συνεπαρμένος από το μεγαλείο των λευκών δεν μπόρεσα να εκτιμήσω τα εξίσου μεταλλικά κόκκινα από Aglianico όπως θα έπρεπε. Αδιαμφισβήτητα πάντως αποτελούσαν όαση δροσιάς μέσα σε μία έρημο που έκαιγε από το υψηλό αλκοόλ των περισσότερων κόκκινων που είχα δοκιμάσει μέχρι εκείνη την στιγμή. Προς μεγάλη μου απογοήτευση, μέχρι και την στιγμή που έφυγα δεν κατάφερα να βρω κάτι αξιόλογο από τις περιοχές του Friuli, του Veneto και της Σικελίας.
Η πρώτη μου εβδομάδα έκλεισε με μία βόλτα στο βόρειο Πιεμόντε στην περιοχή της Gattinara όπου παράγονται Nebiollo λιγότερα γνωστά από αυτά του Barbaresco ή του Barolo αλλά εξίσου αξιόλογα. Ο καιρός δε μου έκανε το χατήρι και με την ομίχλη να σκεπάζει τα πάντα έχανα το όμορφο θέαμα των αμπελώνων που απλώνονται στους πρόποδες των Άλπεων. Ευτυχώς για μένα, στο μοναδικό domaine που επισκέφτηκα -στην Azienda Antoniolo- μου έκαναν την χάρη να κάνουμε μία γύρα στους αμπελώνες που βρίσκονταν σκαρφαλωμένοι στους γύρω λόφους.
Αφού τελειώσαμε την γύρα μας, κάναμε μία σύντομη ξενάγηση στους χώρους οινοποίησης και παλαίωσης που ήταν πολύ καλόγουστα διαμορφωμένοι και κλείσαμε με μία σύντομη γευσιγνωσία. Με πολύ φινετσάτη μύτη, καλή δομή και έντονες οξύτητες, το Nebbiolo τους μου θύμιζε πολύ έντονα καλό ξινόμαυρο από την Νάουσα.
Καθόλου παράξενο αφού πέρα από τις ομοιότητες των δύο ποικιλιών που είναι γνωστές, το κλίμα παίζει επίσης σημαντικό ρόλο με τα βουνά να δροσίζουν τις καλοκαιρινές νύχτες και να δίνουν αυτήν την χαρακτηριστική φρεσκάδα στα κόκκινα που παράγονται εκεί.
Για την συνέχεια το πρόγραμμα έλεγα ταξιδάκι στις νοτιότερες περιοχές για γνωριμία με το Barolo και την γύρω περιοχή...
2 σχόλια:
Αχά! Άλλη μια όμορφη περιπέτεια! Ετοιμάζω ταζίδι στο Piemonte και το συγκεκριμένο άρθρο μου άνοιξε την οινική όρεξη (δε θέλει και πολύ δηλαδή!)...!
...που να διαβάσεις και αυτά που το ακολουθούν! (cycling around Piemonte κλπ.!)!
Δημοσίευση σχολίου