Φτάνοντας λοιπόν στο χωριό Puligny Montrachet κατευθυνθήκαμε προς το Domaine Leflaive, το πλέον διάσημο βιοδυναμικό οινοποιείο της βουργουνδίας. Εκεί, την ξενάγηση μας και την γευσιγνωσία ανέλαβε ο Antoine Lepetit που είναι άριστος γνώστης του terroir και της βιοδυναμικής φιλοσοφίας. Προτού ξεκινήσουμε τις δοκιμές ρίξαμε μία ματιά στον χάρτη της περιοχής που παρουσιάζει όλα τα αμπελοτεμάχια του κτήματος και την εδαφική τους σύσταση προκειμένου να γνωρίσουμε καλύτερα τα κρασιά που επρόκειτο να δοκιμάσουμε. Αμέσως μετά, περάσαμε στο χώρο όπου βρίσκονται οι ανοξείδωτες δεξαμενές που είναι κατασκευασμένες επιτόπου ώστε να έχουν το σχήμα της θολωτής κάβας.
Δοκιμάσαμε την σοδειά του 2009 που αφού πέρασε ένα χρόνο σε βαρέλι, είναι τώρα στις δεξαμενές και περιμένει την άνοιξη για να εμφιαλωθεί. Για κάθε αμπελοτεμάχιο που δοκιμάσαμε, ο Antoine μας ανέλυε τις ιδιαιτερότητές του, πως αυτές μεταφέρονται στο κρασί, τι αντίκτυπο έχουν στα οργανοληπτικά του χαρακτηριστικά, πως εξελίχθηκε το κρασί αυτό άλλες χρονιές, πως ενδέχεται να εξελιχθεί ο χαρακτήρας του με την παλαίωση, την προσωπική του γνώμη για το κρασί αυτό και τα σχόλια άλλων δοκιμαστών που επισκέφτηκαν το οινοποιείο. Πλήρης ανάλυση και πληροφόρηση δηλαδή πάνω σε οτιδήποτε περνούσε από το ποτήρι μας!
Ξεκινήσαμε με μία κλασσική Βουργουνδία και συνεχίσαμε με ένα Puligny village. Οι μεγάλες συγκινήσεις άρχισαν να έρχονται με τα πρώτα 1er Cru. To Clavoillon για παράδειγμα μας έδινε γενναιόδωρα το φρούτο του, προϊόν του πορτοκαλί σχιστόλιθου και ήταν το πρώτο στο οποίο νιώσαμε τι θα πει μεταλλικότητα σε ένα κρασί. Ακόμη πιο μεταλλικό όμως ήταν το ασβεστολιθικό Follatières που στέγνωνε λίγο το στόμα αλλά ήταν σίγουρα ένα κρασί μοναδικής κομψότητας. Σύμφωνα με τον Αντουάν, η αίσθηση αυτή του στεγνώματος οφείλεται στα ασβεστούχα εδάφη που έχουν την τάση να απορροφoύν την υγρασία από άλλα σώματα και στο κρασί χρειάζεται τρία με τέσσερα χρόνια για να χαθεί η επίδρασή του.
Κάνοντας μία παρένθεση είχαμε μία συζήτηση για το τερουάρ και τον διαχωρισμό που έκαναν οι μοναχοί πριν 900 χρόνια κατατάσσοντας και διαχωρίζοντας τα εδάφη της Βουργουνδίας όπως ακριβώς είναι και στις μέρες μας. Εκτεταμένες έρευνες που έχει κάνει και συνεχίζει να κάνει το Domaine σήμερα, δείχνουν πως οι μοναχοί ήταν αλάνθαστοι και έκαναν τεράστιο έργο βάζοντας τα θεμέλια για την ανάπτυξη μιας οινικής κουλτούρας που έφερε την Βουργουνδία εδώ που είναι σήμερα.
Επιστρέφοντας στις δοκιμές, το 1er Cru Les Combettes ήταν το πιο στρόγγυλο και βουτυράτο κρασί της γκάμας ενώ το διάσημο Les Pucelles ήταν το πλέον γενναιόδωρο αρωματικά. Απίστευτη αίσθηση όμως μας έδωσε η τρομερή του επίγευση αφού όταν το κρασί άφηνε το στόμα μας, τα ούλα μας έμεναν γευστικά σαν καραμέλες!
Περνώντας στα Grand Cru κάναμε μία μικρή κουβεντούλα πάνω στο όνομα του Bienvenue Batard που στα γαλλικά σημαίνει "καλωσόρισες μπάσταρδο"! Εικάζεται πως ο άρχοντας της περιοχής κατά την διάρκεια των σταυροφοριών έκανε συχνές επισκέψεις στις "Pucelles", δηλαδή στις "παρθένες" που ήταν μαζεμένες στην έκταση που σήμερα είναι το ομώνυμο διπλανό cru. Από τις πολλές "επισκέψεις" κάποια στιγμή βγήκε ένα "μπάσταρδο" το οποίο θα κληρονομούσε τον άρχοντα. Το μωρό αυτό παρουσιάστηκε στον κόσμο που είχε μαζευτεί για να υποδεχτεί τον μελλοντικό άρχοντα, στο μέρος που σήμερα ονομάζεται Bienvenue Batard και είναι ένα από τα σημαντικοτερα Grand Cru της Βουργουνδίας. To κρασί ήταν εξαιρετικό αρωματικά και πολύ προσιτό για ένα τόσο νεαρό Grand Cru.
Το Grand Cru Batard Montrachet ήταν και αυτό πολύ εκφραστικό, με έντονη ανθώδης μύτη, νύξεις εσπεριδοειδών και πολύ ισορροπημένο γευστικά ακόμη και τώρα.
Τέλος, το Grand Cru Chevalier Montrachet ήταν λίγο πιο κλειστό σε σχέση με τα άλλα δύο αλλά έδειχνε τις πολύ μεγάλες δυνατότητές του. Έμοιαζε αρκετά με το 1er Cru Les Folliatières και αυτό οφείλεται στην μεγάλη κλίση των αμπελώνων που του δίνουν μία αίσθηση στεγνότητας όσο αυτό είναι νεαρό. Αυτό γίνεται γιατί η κλίση διώχνει τα νερά και το αμπέλι παθαίνει υδρικό στρες. Αυτό, στο συγκεκριμένο κρασί, μεταφράζεται σε αυτήν την αίσθηση που στεγνώνει το στόμα και χάνεται με τα χρόνια παλαίωσης.
Από μπουκάλι δοκιμάσαμε το 1er Cru Les Combettes 2008 με εξαιρετική μύτη και κοφτερή οξύτητα που έδενε όμως πολύ καλά με το σύνολο.
Το 1er Cru Les Pucelles του 2001 ήταν δύσκολο στην νεότητά του όπως μας ενημέρωσε ο Antoine και γι'αυτό και το Domaine είχε προτείνει σε όσους το είχαν αγοράσει να αρχίσουν να το δοκιμάζουν μετά το 2010. Το 2001 ήταν μία δύσκολη χρονιά όσον αφορά την ωριμότητα αλλά σίγουρα ένα κρασί με τόσο μελένια μύτη, κρυστάλλινο στόμα και πολύ πολύ βάθος όπως οι Pucelles αποδεικνύει πως για ένα τόσο σπουδαίο Domaine, όπως το Domaine Leflaive, σε οποιαδήποτε χρονιά μπορεί να γίνουν θαύματα.
Τελειώσαμε με ένα Batard Montrachet του 1999. Το 1999 ήταν μία εκ διαμέτρου αντίθετη χρονιά με το 2001 αφού είχε εξαιρετικές ωριμότητες και τα αποτελέσματα ήταν τελείως διαφορετικά! Το χρώμα του ήταν λαμπερό γκριζοκίτρινο που θύμιζε περισσότερο κρασί του 2009 και όχι του 1999, δείγμα της αντοχής του στο χρόνο. Η αίσθηση στην μύτη ήταν λίγο πιο θερμή και είχε το χαρακτηριστικό boisé του Pierre Morey που ήταν ο μέχρι πριν λίγα χρόνια υπεύθυνος των οινοποιήσεων. Το boisé αυτό δεν είναι το καμένο ξύλο στο οποίο αναφερόμαστε συνήθως όταν μιλάμε για boisé αλλά μία αίσθηση ψημένου ψωμιού και τσακμακόπετρας που δίνει στο κρασί μία υπέροχη ορυκτή φρεσκάδα. Στο στόμα η σπιρτόζικια οξύτητά του το κρατούσε ακόμη νέο και οι γεύσεις εκρηγνύονταν η μία μετά την άλλη στον ουρανίσκο.
Η αλήθεια όμως είναι πως τα κρασιά αυτά δεν άρεσαν το ίδιο σε όλους μας και είχαμε κάποιες διαφωνίες σε σχέση με τις προτιμήσεις μας. Έτσι, ο Αντουάν μας έδωσε τις δύο τελευταίες φιάλες να τις ξαναδοκιμάσουμε με ηρεμία στο εστιατόριο και αφού θα έχουν περάσει λίγες ώρες από το άνοιγμά τους. Πήραμε τα δύο αυτά πολύ μεγάλα κρασιά μαζί μας λοιπόν και από τότε -αστειευόμενοι πάντα- αποφασίσαμε να διαφωνούμε πιο συχνά όταν επισκεπτόμαστε τόσο σπουδαίους παραγωγούς!
Η εκδρομή συνεχίστηκε την πέμπτη με επίσκεψη στα μεγάλα Cru της Cote d'Or και επισκέψεις σε κάποια από τα πιο φημισμένα οινοποιεία της...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου