Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Οινο-γαστρονομικές περιπέτειες στο Παρίσι!

Από εδώ το φέρνουμε, από εκεί το φέρνουμε τελικά μία φορά τον χρόνο μία επίσκεψη στην Γαλλία κάθε χρόνο θα την κάνουμε. Αυτήν την φορά αργήσαμε και λίγο αλλά απ'ότι φαίνεται ορθώς πράξαμε αφού όποιον συναντούσαμε μας έλεγε πως ο χειμώνας φέτος στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη τελείωσε τον Ιούνη!

Ξεκινήσαμε το ταξίδι μας από την Νορμανδία, περιοχή περίφημη για τα όστρακα, το Calvados και το Cidre. Χωρίς μεταφορικό μέσο, με περιορισμένο χρόνο και ελλιπείς πληροφορίες δεν εντοπίσαμε κάτι που να αξίζει αναφοράς όσον αφορά το γαστρονομικό κομμάτι. Έτσι περάσαμε τον χρόνο μας συναντώντας φίλους, χαζεύοντας τον Ατλαντικό και κάνοντας χαλαρό τουρισμό.

Jura 2009
Τα σπουδαία άλλωστε μας περίμεναν στο Παρίσι. Με την άφιξή μας εκεί πήγαμε για δείπνο στο περίφημο Chateaubriand όπου και συναντήσαμε τους υπόλοιπους Έλληνες οινοπαραγωγούς. Το μενού άνοιξε κάπως μουδιασμένα με τα πρώτα πιατάκια να αφήνουν μέτρια έως κακή εντύπωση ενώ και τα πρώτα δύο κανονικά πιάτα του μενού ήταν μάλλον απογοητευτικά για τους περισσότερους από εμάς. Όλα αυτά συνοδεύονταν από ένα Jura 2009 από παλαιά κλήματα Chardonnay του Jean Francois Ganevat που αν και ευχάριστο δεν κατάφερε να μας συγκινήσει ιδιαιτέρως.

Μπαίνοντας στα κυρίως περάσαμε σε κόκκινο κρασί με το "Glaneurs" από το Domaine des Foulards Rouges. Ανάλαφρο κόκκινο, χαρακτηριστικό "vin de soif" - κρασί για να σβήνει τη δίψα -, με παιχνιδιάρικο άρωμα και απαλές τανίνες. Αρκετά πετυχημένο το δέσιμο του με το καλύτερο πιάτο της βραδιάς που αποτελούνταν από φιλέτο ψαριού, φλούδες ρεπανιού, άνθη ακακίας, κόκκινο βασιλικό και μία ελαφριά κρέμα. Εξίσου ενδιαφέρων και ο αμέσως επόμενος συνδυασμός με το χοιρινό που συνοδεύονταν από χορταρικά και γλυκόξινη σάλτσα. Και στις δύο περιπτώσεις το δέσιμο ήταν πολύ καλό αφού κάτι πιο δυναμικό θα επισκίαζε την φινέτσα τον δύο αυτών πιάτων και το αντίθετο.

Παρόλα αυτά, μείναμε σαφώς απογοητευμένοι από ένα εστιατόριο που μας έχει συνηθίσει σε πολύ πιο υψηλά στάνταρτς και εναποθέσαμε τις ελπίδες μας στο επόμενο γεύμα, την επόμενη ημέρα στο εστιατόριο Septime. Προτού όμως περάσουμε στο φαγητό στήσαμε μία μοναδική δοκιμή ελληνικών κρασιών με αποκορύφωμα μία διπλή κάθετη Ξινόμαυρου. Αφορμή ήταν η παρουσίαση των ελληνικών κρασιών της "Oenos Fruit Pierre Lumiere" του Γιώργου Ιωαννίδη στην ομάδα των νεαρών σομελιέ του εστιατορίου. Η αρχή έγινε με τα λευκά από Κεφαλλονιά και Σαντορίνη ενώ συνεχίσαμε με ροζέ από Νάουσα και Πέλλα.

Ξινόμαυρα
Μεγάλη στιγμή της δοκιμής ωστόσο ήταν η παράλληλη κάθετη δοκιμή του Γη και Ουρανός από το '10 έως το '04 και του αυτόριζου -Vignes Franches- από το '10 έως το '06. Το Ξινόμαυρο άφησε τους πάντες συγκλονισμένους με την τρομερή του αρωματική φινέτσα και τον πολύπλευρο χαρακτήρα του ενώ απέδειξε πόσο πιστά μπορεί να προσδώσει τον χαρακτήρα της κάθε χρονιάς. Έλληνες και Γάλλοι έβγαλαν το καπέλο και απλά υποκλίθηκαν στο μεγαλείο του.

Ξεκινώντας το γεύμα μας κάναμε μία παύση μεταξύ των Ξινόμαυρων προκειμένου να δροσίσουμε λίγο το στόμα μας με ένα ωραίο αφρώδες από το Haute-Savoie και το Domaine Belluard. Ποικιλία, η άγνωστη στους περισσότερους από εμάς Gringet που καλλιεργείται αποκλειστικά στην περιοχή κάτω από την λίμνη της Γενεύης. Ανθώδες με εξαιρετική ποιότητα φυσαλίδων και πολύ καλή διάρκεια ήταν ακριβώς ότι έπρεπε για να συνοδέψει τα πρώτα πιάτα και να μας προετοιμάσει για τα επόμενα.

Αρνάκι γάλακτος!
Η γενικότερη στρατηγική του σεφ ήταν να πηγαίνει από ένα ανάλαφρο πιάτο σε κάτι πολύ δυναμικό και πάλι πίσω σε κάτι πιο αέρινο έτσι ώστε να μην κουράζει και να δημιουργεί ένα ωραίο παιχνίδι εναλλαγών. Αποκορύφωμα του γεύματος το αρνάκι γάλακτος από τα Πυρηναία με ψητή μελιτζάνα, μάραθο, μους αγκινάρας και μους φρέσκου κατσικίσιου τυριού. Περιττό να πω πως με το πιάτο αυτό επανήλθαμε στα Ξινόμαυρα τα οποία έδεναν μαζί του καταπληκτικά!



Κλείσαμε το υπέροχο αυτό γεύμα με παγωτό φινόκιο και Calvados επιβεβαιώνοντας πως το Septime είναι από τα καλύτερα εστιατόρια στο Παρίσι. Η δυναμική και η ενέργεια που αποπνέει η νεανική ομάδα του μαγαζιού, οι ψαγμένες επιλογές στο κρασί, οι ποιοτικές πρώτες ύλες και οι καταπληκτικές εμπνεύσεις του σεφ που μεταμορφώνουν απλά υλικά σε μαγικά πιάτα συντελούν στο να κάνουν το κάθε γεύμα εκεί πέρα μία μοναδική εμπειρία!

Vinisat
Ακολούθησαν δύο ημέρες με έντονη δραστηριότητα σε κάποιες εκδηλώσεις που είχε ετοιμάσει για τους Έλληνες οινοπαραγωγούς η εταιρία "Oenos FPL".  Στην πρώτη η Cave Augé, η παλαιότερη κάβα του Παρισιού τίμησε τους συνεργάτες της από το εξωτερικό με μία πολύ καλά στημένη δοκιμή όλων των κρασιών που άφησε πολύ καλές εντυπώσεις στο οινόφιλο κοινό της γαλλικής πρωτεύουσας. Στην δεύτερη, οι οπαδοί των "φυσικών" κρασιών πήραν μία γεύση από μία επιλογή ελληνικών κρασιών τα οποία παράγονται με ελάχιστη επέμβαση και σχεδόν μηδενικές προσθήκες. Η έκθεση με το όνομα "Vinisat" έγινε σε ένα πανέμορφο ανακαινισμένο παλαιό αρχοντικό.

Ca c'est du bon!
Το βράδυ προτού αναχωρήσουμε για Βουργουνδία είχαμε το τελευταίο μας δείπνο στο "La Robe et Le Palais". Ένα μικρό καλαίσθητο εστιατόριο με φοβερά παθιασμένο σομελιέ και λίγα αλλά πολύ καλά δουλεμένα πιάτα. Λόγω έλλειψης τραπεζιών καθίσαμε αρχικά στο μπαρ όπου μείναμε έκπληκτοι βλέποντας να σερβίρουν ποτήρι Ξινόμαυρο "Γη & Ουρανός" από φιάλη Μάγκνουμ! Από την στιγμή που ενημερώσαμε τον σομελιέ λοιπόν για την καταγωγή μας και το επάγγελμά μας ήταν φυσικό να μας έχει στα όπα όπα βγάζοντας μας να δοκιμάσουμε μία σειρά από μικρά διαμαντάκια του γαλλικού αμπελώνα και κερνώντας μας όλα όσα ήπιαμε!


Θα σταθώ βέβαια στο θεϊκό ταρταρ με πατάτες σοτέ  που συνδυάσαμε σε πρώτη φάση με λευκό του Claude Courtois από τον Λίγηρα και στην συνέχεια με ένα υπέροχο Gamay από την ίδια περιοχή με το όνομα "ça c'est du bon"! Εξίσου φοβερός και ο συνδυασμός μοσχαρίσιας μπριζόλας με σος από τρούφα και άγρια μανιτάρια μαζί με ένα καλοδομημένο και ταυτόχρονα χυμώδες Malbec για το οποίο πάνω στην λαχτάρα μου να βουτήξω στην σος με το φρυγανισμένο ψωμάκι, παρέλειψα να σημειώσω παραπάνω στοιχεία!

Θεϊκό ταρτάρ!

Η ώρα της αναχώρησης είχε φτάσει. Αφήναμε το Παρίσι με προορισμό την Βουργουνδία και σκοπό να εμπλουτίσουμε ακόμη περισσότερο τις γαστρονομικές μας εμπειρίες και γνώσεις...

                                                   
Φωτογραφίες: Μαρία Δουλγερίδου

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Το ελληνικό κρασί και τα "φεστιβάλ μπανάνας"!

Διάβαζα πρόσφατα ένα άρθρο από τον Ιταλικό οδηγό κρασιού Slow Wine σχετικά με την αλόγιστη χρήση του βαρελιού που με έβαλε σε πολλές σκέψεις. Πρέπει βέβαια να πω πως τα ιταλικά μου δεν είναι άριστα και χρειάστηκε να μεταφράσω μερικά τμήματα του άρθρου με την βοήθεια του google αλλά νομίζω πως το κυρίως νόημα είναι ξεκάθαρο.

Οι Ιταλοί αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με ολόκληρο τον οινικό κόσμο. Η αγορά κυριαρχείται από κρασιά μονότονα, επαναλαμβανόμενα, άψυχα και οινολόγους που κάνουν copy-paste τις συνταγές τους σε κάθε οινοποιείο, ενώ ο καταναλωτής ξυπνάει πολύ αργά για να μπορέσει να αλλάξει την κατάσταση.

Ας κάνω μία περίληψη του άρθρου για να γίνω πιο κατανοητός. Ο Ιταλός κριτικός αναφέρει πως ξεκινώντας τις δοκιμές για την νέα έκδοση του οδηγού είναι φανερό πως οινολογικά το επίπεδο ανεβαίνει χρόνο με το χρόνο. Το κυρίως πρόβλημα είναι όμως η έλλειψη ταυτότητας. Έχουμε γεμίσει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, από οίνους "χωρίς καμία αξία, μπανάλ, ουσιαστικά άχρηστους". Κύριο πρόβλημα παραμένει η αλόγιστη χρήση βαρελιού -ή τσιπς- με τα αρώματα βανίλιας, συνθετικής κόλλας και ζαχαρωτών haribo να σκεπάζουν ολοκληρωτικά οποιοδήποτε ποικιλιακό άρωμα. Μείζον πρόβλημα για τους δημοσιογράφους, κανένα πρόβλημα όμως για τους εμπόρους αφού "αυτό θέλει η αγορά"!

Το πιο σοκαριστικό κομμάτι όμως του άρθρου είναι πως πριν μερικά χρόνια ένας οινολόγος εκμυστηρεύτηκε στον αρθρογράφο πως "αν δεν μου φτάνει το Sangiovese βρίσκω και βάζω φθηνό Merlot ή Montepulciano. Mε τόσο έντονα αρώματα βαρελιού ποιος θα καταλάβει την διαφορά;"! Ίσως όχι τόσο σοκαριστικό για αυτούς που είναι έστω και λίγο υποψιασμένοι αλλά σίγουρα πολύ αρνητικό για την εικόνα του Ιταλικού κρασιού.

Οι κριτικοί του Slow Wine πάντως δεν χαρίστηκαν αφού αν και άψογο τεχνολογικά ένα κρασί με καμία έκφραση της περιοχής ή της ποικιλίας θεωρούν πως απλά δεν έχει λόγω ύπαρξης. Και πολύ καλά κάνουν συμπληρώνω εγώ αφού πλέον έχουμε σιχαθεί να δοκιμάζουμε τα ίδια και τα ίδια.

Μερικές φορές νιώθω πως και εγώ ο ίδιος παρασύρομαι λίγο με την κατάσταση εδώ πέρα. Κακά τα ψέματα, στην Ελλάδα οινοποιοί, διακινητές, δημοσιογράφοι, μέχρι και οι οινόφιλοι λίγο πολύ γνωριζόμαστε και είμαστε στην ουσία μία μεγάλη παρέα. Σε πρώτη φάση ακούγεται όμορφο αλλά ίσως τελικά και να μην είναι. Ευλογούμε συνεχώς τα γένια μας, τα άρθρα με αρνητικές κριτικές είναι σχεδόν ανύπαρκτα και όλοι οι οινοποιοί είμαστε σπουδαίοι, μεγάλοι και ανεπανάληπτοι. Πιθανότατα γιατί όλοι κρίνουν με βάση το οινολογικό στήσιμο ενός κρασιού και σχεδόν ποτέ με το συναίσθημα. Έτσι όπως δηλαδή κάνει ο Ιταλός δημοσιογράφος που αν και προβληματίστηκε τελικά "έθαψε" τα άψυχα αυτά κρασιά γιατί δεν είχαν τίποτα να του προσφέρουν.

Πλέον οι πλειοψηφία των ελλήνων παραγωγών έχει ένα καλό οινολογικό επίπεδο και νομίζω πως είναι άχρηστο να ψάχνουμε τις μπανάνες και τα πεπόνια στη μύτη και φαρδιές πλατιές κοντόχοντρες τανίνες στο τελείωμα! Θεωρώ πολύ πιο χρήσιμο να γνωρίζω αν ένα κρασί μπορεί να εκφράσει κάτι δικό του όπως π.χ. το αποτύπωμα της περιοχής του, το στυλ ή απλά τον μόχθο του παραγωγού, τις ιδιαιτερότητες της χρονιάς.

Τώρα από ποιο σημείο ξεκινάει ο κύκλος του διαβόλου αδυνατώ να το διευκρινίσω. Θεωρώ πως οι μεγάλοι παίκτες και οι χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής έχουν συμφέρον να κυνηγήσουν το "εύκολο". Το εύκολο είναι αυτό στο οποίο ανταποκρίνεται η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών αλλά από την άλλη είναι και το πιο ανταγωνιστικό κομμάτι της αγοράς αφού είναι αυτό στο οποίο κυρίαρχο ρόλο παίζει το χαμηλό κόστος παραγωγής και το δυνατό μάρκετινγκ.

Οι εικόνα που μας έρχεται στο μυαλό
όταν δοκιμάζουμε Ελληνικά λευκά!
Οι μικροί παραγωγοί και χώρες όπως οι Ελλάδα δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί επιμένουν να παράγουν τα ίδια και τα ίδια και να κυνηγούν ένα κομμάτι της αγοράς στο οποίο έχουν ελάχιστα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Δεν θα ξεχάσω την ατάκα του Τεό Δ. στα φετινά Διονύσια: "Πέρα από την Σαντορίνη τα λευκά είναι ένα μεγάλο φεστιβάλ μπανάνας"! Την ίδια ακριβώς μπανάνα ο νέος κόσμος την παράγει με το μισό κόστος και γι'αυτό στην "αγορά της μπανάνας" κυριαρχεί κατά κράτος.
Απλά πράγματα, τίποτα περίπλοκο.

Στην χώρα μας έχουμε πάρα πολλά μικρά οινοποιεία που επικαλούνται παραδόσεις, μεράκια και μεγάλες αγάπες με το αντικείμενο. Οινοποιούς που αρέσκονται να βγαίνουν φωτογραφίες με την οικογένεια να κρατάει όλη μαζί ένα τσαμπί σταφύλι, με τον σκύλο δίπλα απ'το τρακτέρ, με λερωμένα χέρια δίπλα από τον εκραγιστήρα και άλλα τέτοια όμορφα. Που είναι όμως η δουλειά σας φίλτατοι συνάδελφοι; Που ξεχωρίζει το μεράκι και η αγάπη όταν φτάνουμε στο τελικό προϊόν; Ναι ξέρω, τα οινολογικά προϊόντα είναι ασφάλεια, το αφιλτράριστο χτυπάει άσχημα στο μάτι κλπ κλπ. Οι απούλητες φιάλες για τις οποίες οι περισσότεροι παραπονιέστε, ίσως τελικά να μην είναι απόρροια της οικονομικής κρίσης ή κάποιου άλλου τρίτου παράγοντα. Σκεφτήκατε ποτέ πως τα κρασιά σας είναι απλά βαρετά για αυτόν που θα ψάξει τον μικρό παραγωγό και ξέρει και τρία πράγματα παραπάνω;

Λαμπρό παράδειγμα του αντιθέτου είναι νέος οινοπαραγωγός της περιοχής της Νάουσας. Ξεκίνησε να οινοποιεί από το μηδέν, το έψαξε, ρίσκαρε και σε χρόνο ρεκόρ έχει φτάσει πολύ ψηλά. Όταν όλοι τελειώνουν τρύγο βαριά αρχές Οκτώβρη αυτός δεν έχει ξεκινήσει. Σχεδόν κάθε χρόνο παίζει την παραγωγή κορώνα γράμματα ενώ έχει τύχει να μαζεύει μέχρι και μέσα Νοέμβρη προκειμένου να πάρει ακριβώς το αποτέλεσμα που ήθελε! Επιπλέον ήταν ο πρώτος στην περιοχή που πειραματίστηκε και κυκλοφόρησε τελικά αθείωτο Ξινόμαυρο και έχει κάνει άπειρους πειραματισμούς άλλοτε με περισσότερο άλλοτε με λιγότερο ρίσκο. Η εύκολη απάντηση όσων θεωρούν πως ξέρουν 2-3 πράγματα πάνω στο κρασί είναι η εξής: "αυτό σίγουρα έχει μερλό μέσα". Ναι λοιπόν, το κακόμοιρο το Ξινομαυράκι μόνο του δεν πιάνει μία. Η λύση είναι απλή και εύκολη, ρίχνουμε λίγο μερλό και με την μία το κρασί παίρνει +10€ υπεραξία!

Το παραπάνω είναι το κλασσικότερο παράδειγμά της νοοτροπίας μας. Επειδή εμείς είμαστε οκνηροί και φοβητσιάρηδες φέρνουμε τα πάντα στα μέτρα μας. Αδυνατούμε να σκεφτούμε -κυρίως όμως να παραδεχτούμε- πως κάποιος το έχει ψάξει πολύ, δούλεψε σκληρά, ρίσκαρε και κατάφερε να κάνει κάτι πολύ καλύτερο από αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς. Τον φέρνουμε λοιπόν στα μέτρα μας, υποστηρίζουμε πως έπαιξε πονηρά και συνεχίζουμε ήσυχοι να πλέουμε σε πελάγη μετριότητας.

Ας δούμε λοιπόν τι θέλουμε. Θέλουμε να δείξουμε ποιοι πραγματικά είμαστε και ποιες οι δυνατότητες μας; Ή προτιμάμε να μείνουμε στην μετριότητα μακιγιαρισμένοι με βαρέλια, αρωματικές ζύμες και λοιπά φτιασιδώματα; Η επιλογή δική μας φίλοι οινοποιοί. Ας κάνουμε την αυτοκριτική μας και ας δούμε μετά ποιον δρόμο θα διαλέξουμε...

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Τρύγος 2013: Μία τρίτη ματιά

Αφού λοιπόν είδαμε τις δύο διαφορετικές εκδοχές για τον απολογισμό του φετινού τρύγου από την πλευρά του παραγωγού ας δούμε τώρα και πως το έζησε ένας από τους ανθρώπους που συμμετείχαν εθελοντικά στην διαδικασία. Ακολουθεί το κείμενο του Δημήτρη ο οποίος είναι παθιασμένος οινόφιλος και πλέον και πολύ καλός φίλος!

- “
Καλά που θα πας και κάνεις σαν τρελός” ήταν τα λόγια του συναδέρφου μόλις άκουσε ότι θα πάρω 3 μέρες άδεια προκειμένου να συμμετάσχω στο φετινό τρύγο στη Νάουσα. Διόλου παράλογη η αντίδρασή του μιας και το να φύγεις από τη Θεσσαλονίκη μεσημεριάτικα μετά από μια μέρα δουλειάς προδιαθέτει τουλάχιστον αρνητικά τον τυχαίο ακροατή ειδικά όταν η άδεια λαμβάνεται με σκοπό την ξεκούραση. Κι όμως, ο τρύγος για μένα ξεκούραση μπορεί να μην είναι αλλά είναι πολλά άλλα εξίσου σημαντικά και συγκριτικά πολύ ομορφότερα. Είναι ψυχική ηρεμία, αποτοξίνωση πνεύματος και συμφιλίωση με τη φύση. Είναι επίσης κόπος γλυκός, όπως ο κόκκινος μούστος που ρέει από τις δεξαμενές. Μα είναι και σκισμένα χέρια, μύες που πονάνε και καμένο από τον ήλιο δέρμα που πάνω του ο ιδρώτας χαράζει αυλακιές.

Χέρια κόκκινα και σκισμένα...
Είχα ζητήσει εδώ και καιρό από τον Κωστή Δαλαμάρα την άδεια από τον ίδιο να συμμετάσχω στο τρύγο και η απάντηση του είχε το ύφος ερώτησης αριστοφανικού πνεύματος: “Αντέχεις” με ρώτησε. Τι ερώτηση τώρα ήταν αυτή…Φυσικά και αντέχω. Έτσι πιστεύω δηλαδή. Μου έσπειρε όμως κάπου βαθιά στις ρομαντικές εικόνες του νου μου το σπόρο της ανησυχίας.

Έχοντας αυτά τα ποιητικά κατά νου ξεκίνησα να επισκεφτώ την πάντα φιλόξενη οικογένεια Δαλαμάρα με παράδοση 2 αιώνων στην οινοποίηση και από τις ιστορικότερες στο χώρο γενικότερα. Σε λίγα λεπτά είχα ήδη βρεθεί στο δρόμο για τη γη του Ξινόμαυρου. Μουσικούλα, όμορφη διάθεση, κάτι χαζά σύννεφα στον ουρανό ίσα ίσα να ταλαιπωρούν τη σκέψη και για πότε περνά η ώρα δεν το καταλαβαίνεις. Επιβλητική η Νάουσα. Σκαρφαλώνει στα βουνά και κοιτάει από πάνω τον μακεδονικό κάμπο. Κάπου εκεί βρίσκεται κρυμμένος και ο βασιλιάς της: το Ξινόμαυρο.

Έχει έρθει πλέον το απόγευμα. Έξω από το οινοποιείο με περιμένει ο Κωστής. Αγκαλιές, φιλιά, καλωσορίσματα και χωρίς πολλά λόγια μου εξηγεί τι θα κάνουμε τις μέρες που ακολουθούν.  Βασικά τι λέω; Ποιες μέρες που ακολουθούν. Οι ώρες που ακολουθούν θα ήταν το σωστό, καθώς ο Κωστής μου εξηγεί πώς δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο και πρέπει αμέσως να ξεκινήσουμε υπό το φόβο του καιρού αλλά και του…απρόοπτου!!! Και τι αρχή... αυτόριζο ξινόμαυρο που αποτελεί το διακαή πόθο των απανταχού οινόφιλων λόγω της «ιδιαιτερότητάς» του αλλά κυρίως λόγω του περιορισμένου αριθμού φιαλών που διατίθενται στην αγορά. Στέκομαι λίγο στο ύψωμα και κάθομαι να θαυμάζω την εικόνα και να αφουγκράζομαι τους ήχους. Αριστερά μου ακούγεται το χλιμίντρισμα των αλόγων που ο κύριος Γιάννης αφήνει που και που ελεύθερα ανάμεσα στο αμπέλι. Ο ήχος από τις κότες συμπληρώνει το τιτίβισμα των πουλιών τη στιγμή που κάποια νεαρά γατάκια νιαουρίζουν ναζιάρικα στη μαμά τους. Απλώνω το χέρι ανοίγοντας τα δάκτυλα της παλάμης μου κοντά στα μάτια μου. Όπως ακριβώς κάναμε όταν ήμαστε παιδιά για να χωρέσουμε στη χούφτα μας τον κόσμο ολάκερο. Μια χούφτα κόσμος μπροστά μου λοιπόν. Η μάλλον μια χούφτα αμπέλι που έχει αποδράσει από πίνακα του Daniel Ridgway Knight και τα αγροτικά του τοπία. Θεέ μου σ’ ευχαριστώ λέω από μέσα μου και κατεβαίνω τα σκαλιά προς το αγαπημένο μου αυτόριζο.

Ξινόμαυρο!
Ώρα για δουλειά. Ακούω προσεκτικά τον Κωστή και προσπαθώ να κατανοήσω τα όσα μου λέει. Άλλο φιλία και άλλο δουλειά σκέφτομαι. Μου εξηγεί ότι φέτος ήταν μια ιδανική χρονιά για τη Νάουσα που όμως σημαδεύτηκε από τη χαλαζόπτωση στα τέλη της άνοιξης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κάποια κλήματα να χτυπηθούν στο φύλλωμα, στα κλαδιά αλλά και στο μίσχο με συνέπεια κάποια τσαμπιά να ξεραθούν τελείως, κάποια να ωριμάζουν κατά το ήμισυ ενώ κάποια άλλα να ωριμάζουν κανονικότατα, χωρίς κανένα πρόβλημα. Αυτό σημαίνει περισσότερος κόπος για τους τρυγητές (να ευλογήσουμε και τα γένια μας ντε) αφού η διαλογή θα πρέπει να γίνει πάνω στο κλήμα πολύ μα πάρα πολύ προσεκτικά όπως τονίζει ο Κωστής σε εμένα αλλά και στους υπόλοιπους παρευρισκόμενους. Και τι εννοούμε με αυτό; Κυριολεκτικά ρόγα ρόγα πάνω στο τσαμπί κάτι που είναι πολύ χρονοβόρο αλλά και πραγματικά κουραστικό. Έτοιμος λοιπόν να ξεκινήσω, μπαίνω στην πρώτη σειρά όπου ο Κωστής μου εξηγεί ότι ο τρύγος του ξινόμαυρου δεν χρειάζεται κλαδευτήρι ή κάποιου είδους ψαλίδι. Και αυτό γιατί ο μίσχος του είναι τόσο τρυφερός και μαλακός που σπάει με τα δυο δάκτυλα.

Τι περίεργο αναρωτιέμαι. Το πιο «αντρικό» σταφύλι να σπάει τόσο εύκολα. Δείκτης και αυτός του πολύπλοκου χαρακτήρα του. Από τη μια άγριο και ατίθασο μα από την άλλη ευάλωτο και τρυφερό. Σπας με το ένα χέρι τον μίσχο ενώ παράλληλα έχεις το άλλο χέρι από κάτω για να μη φύγουν οι ρόγες. Σαν να κρατάς μωρό. «Έτσι έκαναν οι παλιοί» μου εξομολογείται ο κύριος Γιάννης «έτσι κάνουμε κι εμείς». Και φυσικά η εντολή παρέμενε μία και ρητή. Έλεγχος και πάλι έλεγχος κατά την ώρα του τρύγου για να εντοπιστούν οι χτυπημένες ρόγες, να αφαιρεθούν και ύστερα να το ακουμπήσεις μαλακά μέσα στα κοφίνια ακριβώς όπως ακουμπάς ένα μωρό στο μαξιλάρι. Και μη σας φαίνεται καθόλου υπερβολικό. Για τον οινόφιλο το κάθε τσαμπί σταφύλι δεν είναι ένα απλό φρούτο αλλά περιέχει την πεμπτουσία του σύμπαντος και άρα απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα για να μη σπάσουν πριν τη σωστή ώρα οι ρόγες και χυθεί έξω ο πολύτιμος χυμός. 

Τα κλήματα στις άκρες του συγκεκριμένου κομματιού ήταν πραγματικά τσακισμένα από το χαλάζι. Αυτό δυσκόλευε τη δουλειά μας που ήθελε πραγματικά πολλή συγκέντρωση και φοβερή υπομονή. Ο τρύγος δεν θέλει βιάση. Δεν είναι αγγαρεία. Είναι σίγουρα δουλειά αλλά δεν είναι καθόλου όπως τις άλλες. Στις μέσα σειρές τα πράγματα είναι καλύτερα μιας κι εκεί το αμπέλι προστατεύτηκε καλύτερα κάτι που φέρνει πολλά χαμόγελα σε όλους μας παρά την κούραση. Περίεργο πράγμα ο τρύγος. Κανείς δεν ήταν κατσούφης. Τα
Παλιοκαλιάς
γέλια έδιναν κι έπαιρναν, ενώ τα πειράγματα ανάμεσα στους τρυγητές να μην σταματάνε. Η ώρα όμως πέρασε και έπρεπε να σταματήσουμε πριν βραδιάσει ώστε να είμαστε σε θέση να διακρίνουμε τα χτυπημένα τσαμπιά και να μη μπερδευόμαστε από τη θολωμένη όρασή μας. Έτσι κι αλλιώς η νύχτα μας βρήκε σχεδόν στο τελευταίο τσαμπί. Κουβάλημα λοιπόν τα κοφίνια με το αυτόριζο στο εκραγιστήριο κι έτσι αρχίζει η δεύτερη διαλογή πριν το πάτημα των σταφυλιών που θα δώσουν τον υπερπολύτιμο μούστο. Κι επειδή αποτελεί αντέτι η δοκιμή του μούστου, μπορώ να καυχιέμαι ότι δοκίμασα τον μούστο από το αυτόριζο και είδα πραγματικά πώς είναι να χρειάζεται να επεμβαίνεις ελάχιστα σε ένα μεγάλο κρασί που προέρχεται από ένα σπάνιο σε χαρακτηριστικά σταφύλι. Συμμάζεμα, καθάρισμα τις κλούβες, πλύσιμο του εκραγιστήρα (οκ αυτό το παραδέχομαι, ήταν το λιγότερο ρομαντικό κομμάτι της βραδιάς για εμένα, κάτι όμως που έδειχναν να απολαμβάνουν ιδιαίτερα για κάποιο λόγο οι υπόλοιποι) και γενικότερα τάξη και καθαριότητα.


Και πώς θα μπορούσε να τελειώσει αυτή η βραδιά; Ιδανικά…Με ένα μπουκάλι κρασί στο τραπέζι κάτω από το κιόσκι, σπιτικό τραχανά, εκατοντάδες χαμόγελα και συζητήσεις με φοβερές συναισθηματικές διακυμάνσεις. Είναι τόση η ευτυχία μου που ξεχνάω την κούραση μου και πιάνω το κορμί μου να έχει ανατριχιάσει από χαρά. Είναι τόση που έχω ξεχάσει ότι την επόμενη μέρα έχουμε συνέχεια και πρωινό ξύπνημα γιατί καλή η πλάκα αλλά η δουλειά πρέπει και να τελειώσει. Σπίτι λοιπόν, καυτό μπάνιο, και κατευθείαν ύπνος.


Η επόμενη μέρα μας βρίσκει να ξυπνάμε γύρω στις 5:30. Γερό πρωινό και βουρ για τον Παλιοκαλιά. Τις επόμενες 2 μέρες θα τρυγήσουμε στο αμπελοτόπι από το οποίο προέρχεται και η βασική ετικέτα του κτήματος. Ακόμα δεν έχει ξημερώσει καλά καλά και νιώθω τον ήλιο να δυσκολεύεται κι αυτός να ξυπνήσει. Κάτι τσιμπήματα στο σώμα μου από την κούραση τα βλέπω φυσιολογικά. Κάτι λιονταρίσια χασμουρητά επίσης. Η απόσταση είναι μικρή κι έτσι σε 5 λεπτά φτάνουμε στον Παλιοκαλιά. Κατεβαίνω από το αμάξι και κάνω ίσα ίσα λίγα βήματα μέχρι να συνειδητοποιήσω το μεγαλείο του τοπίου. Ο Παλιοκαλιάς έχει δική του ψυχή. Αντηχεί στο κελάρυσμα του ρέματος που ρέει μπροστά του και αντανακλάται στο φως της πρώτης αυγής μέσα από το αμπέλι. Άγριος, όμως και ορμητικός όπως τα αγριογούρουνα που λατρεύουν τους καρπούς του και κάθε βράδυ κατεβαίνουν κρυφά για να τους γευτούν. Παντού πατημασιές από αυτά και λάσπες πάνω στις ρώγες. Εδώ μπορεί να μην έπιασε πολύ το χαλάζι αλλά τα αγριογούρουνα πραγματικά αποδεικνύονται καλοφαγάδες κι έχουν αρπάξει κάμποσα τσαμπιά (οι φήμες ότι το μουσικό ταλέντο του Κωστή ήταν ο μόνος τρόπος που τα έκανε να απομακρυνθούν κρίνονται ως κακεντρεχείς, αναληθείς και συκοφαντικές).

Ξημέρωμα στον Παλιοκαλιά
Κάθομαι λίγο να ρεμβάσω τη θέα. Πραγματικά αν μου έλεγε κάποιος να συγκρατήσω μια εικόνα από τον τρύγο θα ήταν αυτή. Η αυγή να ξεπροβάλλει από τον κάμπο και να απλώνει τα χρώματά της μέσα στο αμπέλι τη στιγμή που η πρωινή υγρασία χαϊδεύει τα φύλλα και τη χλόη. Το τιτίβισμα των μικρών πουλιών απλά συμπληρώνει ένα υπέροχο puzzle που μόνο η φύση μπορεί να σου δώσει. Μόνο και μόνο γι’ αυτή την εικόνα αξίζει να ζήσεις τον τρύγο μια φορά στη ζωή σου από κοντά.

Κάποια στιγμή μαζευόμαστε όλοι οι τρυγητές κάτω από μια ελιά για να πάρουμε τις καθημερινές μας οδηγίες. Εδώ τα πράγματα λόγω της ασθενούς χαλαζόπτωσης είναι θεωρητικά πιο απλά καθώς τα περισσότερα τσαμπιά είναι υγιέστατα αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εφησυχάζεις καθώς όλο και κάποιος μίσχος θα ψιλοέσπασε, όλο και κάποιοι αγριογούρουνο θα έφαγες καμπόσες ρόγες.  Σε λίγο όλοι έχουν μπει σε μια σειρά και οι συζητήσεις και τα πειράγματα παίρνουν ξανά το δρόμο τους. Που και που σταματάω να δω τη θέα. Πραγματικά δεν χορταίνεται και αποτελεί κακό πειρασμό εν ώρα εργασίας. Γέλια και φωνές αντηχούν σε όλο τον Παλιοκαλιά. Ένα μεγάλο πάρτυ νιώθω να έχει στηθεί γύρω μου. Οι κλούβες συνεχίζουν να έρχονται και να γεμίζουν η μία μετά την άλλη με τον γευστικό καρπό. Το απαραίτητο διάλειμμα δεν λείπει γιατί μπορεί να χόρτασε η ψυχή από εικόνα αλλά πρέπει να χορτάσει και το σώμα. Καφεδάκι από τα χεράκια του κ. Γιάννη, ναουσέικες ιστορίες με τη χαρακτηριστική προφορά και δεν θέλει πολύ για να σε πιάσει το στομάχι από τα γέλια.



Μήτσος vs στέμφυλα!
Ξανά πίσω στη δουλειά και τα χέρια μας έχουν πάρει φωτιά. Για εμάς τους νεότερους στον τρύγο δικαιολογούνται αρκετές ερωτήσεις. Μα ειλικρινά θαύμαζα τους παλαιότερους και για την ταχύτητά τους αλλά και για την επαγγελματικότητα τους. Εκτός αυτού οι άνθρωποι αυτοί έχουν πραγματικά πλούσιο πνεύμα και μόνο κερδισμένος είσαι από την επαφή μαζί τους. Αργά το μεσημεράκι τελειώνουμε το κομμάτι που μας έχει ανατεθεί. Φορτώνουμε τις κλούβες και φεύγουμε πάλι στο οινοποιείο για το πάτημα. Ξανά μια επαληθευτική διαλογή, ο μούστος στις δεξαμενές και όλα πάνε καλά. Ααααα…ξέχασα τον εκραγιστήρα. Πάλι καθάρισμα. Κι έπειτα φαγητό μαγειρεμένο από μια από τις καλύτερες μαγείρισσες της Νάουσας, την μητέρα του Κωστή την κα Κατερίνα. Το κορμί πονάει αλλά για ένα περίεργο λόγο δεν με ενοχλεί καθόλου. Μας παίρνει πάλι βράδυ από τη συζήτηση και θυμόμαστε ότι πρέπει να πέσουμε για ύπνο. Αύριο είναι η τελευταία μου μέρα και ήδη νιώθω μια απίστευτη χαρμολύπη. Από τη μια ανυπομονώ να γυρίσω να τα πω στους δικούς μου, να τους μεταδώσω τη δική μου χαρά και τις δικές μου εικόνες και από την άλλη νιώθω μια απέραντη λύπη που θα αφήσω πίσω κάτι το τόσο μοναδικό…Με αυτές τις σκέψεις αποκοιμιέμαι…βαριά!!!

Επόμενο πρωί συναντιόμαστε με τα παιδιά από τον τρύγο στο οινοποιείο και ανηφορίζουμε για το επόμενο κομμάτι του Παλιοκαλιά. Ήδη νιώθω ότι τους ξέρω από χρόνια και πραγματικά στεναχωριέμαι που θα τους αποχωριστώ. Γιατί όταν ιδρώνεις μαζί με κάποιον πάνω στον τρύγο αυτός γίνεται κομμάτι σου κι εσύ γίνεσαι δικό του. Μοιράζεσαι πράγματα που δεν τα έχεις μοιραστείς με φίλους που τους ξέρεις χρόνια. Ο κόπος, η συνεργασία, οι λεκέδες, το γέλιο, οι φωνές, το χτύπημα στην πλάτη γράφουν για πάντα μέσα σου. Γίνεσαι ένα μαζί με όλους αυτούς τους άγνωστους μέχρι χθες  Γι’ αυτό άλλωστε ο τρύγος αποτελούσε από τα αρχαία χρόνια το ύψιστο φαινόμενο μυστικιστικής λατρείας κι έναν μοναδικό τρόπο δεσίματος ανάμεσα στους ανθρώπους. Ένα δέσιμο που δυστυχώς χάνουμε μέρα με την μέρα και χρειαζόμαστε απλά λίγο χώμα κι ένα κομμάτι ουρανό για να το ξαναθυμηθούμε.

Η μέρα κυλάει ευχάριστα. Αισθάνομαι όμορφα που συμμετέχω σε αυτό το ατέλειωτο πανηγύρι και που αποτελώ το κέντρο των πειραγμάτων. Φυσικά η δουλειά συνεχίζεται αλλά όλοι νιώθουμε πολύ καλά γιατί τα σταφύλια που πιάνουμε στα χέρια μας είναι υπέροχα. Σιγά σιγά όμως μεσημεριάζει και ήρθε η ώρα να αναχωρήσουμε για το οινοποιείο. Αφήσαμε μόνο ένα μικρό κομμάτι το οποίο θα αποτελείωναν την επόμενη μέρα τα παιδιά. Στο οινοποιείο τους χαιρετάω όλους έναν προς έναν και πραγματικά βουρκώνω μέσα μου σαν τα μωρά παιδιά. Νιώθω πραγματικά τυχερός που τους γνώρισα κι εύχομαι να τους ξαναδώ σύντομα. Εμείς μένουμε πίσω να πατήσουμε τα σταφύλια και να καθαρίσουμε το οινοποιείο. Μάταια προσπαθώ διπλωματικά, κάνοντας και ανακαλύπτοντας τις πιο απίθανες δουλειές για να αποφύγω τον εκραγιστήρα που με κοιτάει απειλητικά…Στο κάτω κάτω όμως το φιλοσοφώ. Είναι και αυτό τρύγος. Γιατί τρύγος δεν είναι μόνο χαρά και γέλια. Ούτε τον τρύγο τον κάνεις παρέα με την
Edith Piaf όπως θέλουν να νομίζουν οι…υπερομαντικοί. Είναι πειθαρχία, μόχθος και κούραση που πρέπει έστω και μια φορά στη ζωή σου να τα ζήσεις από κοντά για να εκτιμήσεις πραγματικά αυτό που βρίσκεται κάτω από μια ετικέτα. Και πιστέψτε με. Μετά από αυτό το κρασί δεν θα είναι ποτέ πια το ίδιο και θα είναι τουλάχιστον 2 φορές πιο νόστιμο και 3 πιο πολύτιμο. Κοιτάζω τον Κωστή που κρατάει κάτι κούτες στα χέρια και γελάει. Εγώ να δείτε πώς γελάω…

«Πώς σου φάνηκε» με ρωτάει;

«Τι να σου πω ρε φίλε» του λέω «άστο…θα μάθεις εν καιρώ» του λέω και χαμογελάει με απορία.

 Με όλα αυτά στο μυαλό μου χαιρετάω την οικογένεια Δαλαμάρα και τους ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου έδωσαν αλλά και για την απλόχερη φιλοξενία τους της οποίας μπορώ να πω ότι έκανα κατάχρηση. Δεν ξέρω αν θα είναι η καλύτερη χρονιά η φετινή. Ούτε καν αν θα είναι καλή. Ξέρω όμως ότι θα είναι έστω και για ένα κομμάτι της η δική μου χρονιά και ότι πίσω από τις ετικέτες θα κρύβεται και ο δικός μου κόπος κάτι για το οποίο θα είμαι για πάντα περήφανος. Μα το πιο σημαντικό για μένα είναι κάτι άλλο. Όσο περίεργο, επιτηδευμένο ή δακρύβρεχτο κι αν ακουστεί ο τρύγος σε αυτές τις γενικότερες δύσκολες στιγμές είναι κάτι περισσότερο από όλα όσα προανέφερα. Είναι αγκαλιά και καταφύγιο. Το απάγκιο της δικής μου ψυχής στις εικόνες του οποίου πάντα θα ξεκουράζομαι.


Κείμενο: Δημήτρης Μότσος

Φωτογραφίες: Μαρία Δουλγερίδου

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Τρύγος 2013: Η άλλη όψη

Στην τελευταία μου ανάρτηση αναφέρθηκα στις καταστροφικές συνέπειες της χαλαζόπτωσης που τσάκισε τον αγροτικό κόσμο της κεντρικής Μακεδονίας και τις επιπτώσεις που είχε στον φετινό τρύγο. Ας δούμε όμως πως ζήσαμε εμείς τον φετινό τρύγο και τι εντυπώσεις μας άφησε.

Τα δεδομένα που είχαμε ήταν τα εξής. Το κομμάτι γύρω από το οινοποιείο είχε χτυπηθεί αρκετά. Είχαν χαθεί τσαμπιά και τα φύλλα ήταν σε άσχημη κατάσταση. Ο Παλιοκαλιάς είχε σαφώς μικρότερη ζημιά και υπήρχαν κατά κύριο λόγω τραυματισμένα τμήματα σε πολλά τσαμπιά. Επίσης και στα δύο αμπέλια υπήρχαν τσαμπιά που χτυπήθηκαν στο μίσχο χωρίς να σπάσουν με αποτέλεσμα να έχουν μία πλευρά με ρόγες που δεν τροφοδοτούνταν και μία με ρόγες που ωρίμασαν κανονικά!

Ρόγα ρόγα...
Ταινία διαλογής δεν υπάρχει διότι εννιά στις δέκα χρονιές παραλαμβάνουμε σταφύλι εξαιρετικής ποιότητας και όταν χρειαστεί διαλογή γίνεται στο αμπέλι την ώρα που κόβεται το τσαμπί. Βέβαια και ταινία να είχαμε την δουλειά που έκαναν όσοι ενεπλάκησαν δεν θα την έκανε καμία ταινία. Αυτό που αρχικά φαινόταν υπερβολικό σε όλους μας τελικά έγινε συνήθεια. Κάθε τσαμπί καθαρίστηκε εξονυχιστικά ρόγα ρόγα!

Όλη η ομάδα δούλεψε με τρομερή αφοσίωση και κατάφερε να μετατρέψει μία χρονιά που αρχικά έμοιαζε δυσοίωνη σε μία χρονιά από την οποία έχουμε τις μεγαλύτερες προσδοκίες. Όχι γιατί θα είναι η χρονιά της δεκαετίας ή του αιώνα όπως αρέσκονται να λένε κάθε τρεις και λίγο για κάθε χρονιά αλλά γιατί θα είναι η χρονιά που θα έχει ένα μεγάλο κομμάτι από όλους μας. Θα είναι μία χρονιά που όταν θα κυκλοφορήσει θα διηγούμαστε με πάθος πόσο σκληρά δουλέψαμε και θα μιλάμε για τις ατελείωτες ώρες που περάσαμε στο αμπέλι καθαρίζοντας τσαμπί τσαμπί!

Με πολύ προσοχή...
Όλο αυτό φυσικά δεν θα γίνονταν αν δεν υπήρχαν οι ενθουσιώδεις εθελοντές οινόφιλοι που έσπευσαν προς βοήθεια. Ο Δημήτρης που πήρε άδεια από την δουλειά του για να έρθει μαζί μας, ο Χρήστος που εργάζεται σε δύο διαφορετικές δουλειές και στον ενδιάμεσο χρόνο έρχονταν από την Βέροια θυσιάζοντας τις ώρες ξεκούρασής του, ο Αλέκος που αν και άνεργος δεν δεχόταν με τίποτα να πληρωθεί για την συμβολή του. Αυτοί και μερικοί ακόμη, όπως και όλοι αυτοί που μας έχουν βοηθήσει προηγούμενες χρονιές είναι αυτοί που πάντα μας θυμίζουν πως κάνουμε μία από τις συναρπαστικότερες δουλειές του κόσμου!

Τι θα ήταν άραγε η δουλειά μας αν δεν είχαμε να παλέψουμε με τον καιρό. Αν οι ιδιαιτερότητες της κάθε χρονιάς δεν έσπαζαν την ρουτίνα του να επαναλαμβάνει κανείς απλά κάθε χρόνο το ίδιο πράγμα. Αν δεν τρέχαμε να προλάβουμε να τελειώσουμε κοιτώντας τα μαύρα σύννεφα πάνω από το κεφάλι μας να μας απειλούν με βροχή. Αν δεν υπήρχαν και μερικές φωνές κάτω από την πίεση και την ένταση. Αν δεν τελειώναμε κάθε βράδυ διαλυμένοι από την κούραση για να ξυπνήσουμε λίγες ώρες μετά και να απολαύσουμε το παιχνίδι του πρωινού ήλιου με τα χρώματα του βουνού και την ομίχλη του κάμπου...

Ο πρωινός ήλιος στον Παλιοκαλιά "μάχεται" με τα σύννεφα!
Όσοι συνέδραμαν στον φετινό τρύγο τα έδωσαν όλα και κανένας από αυτούς δεν γύρισε μία στιγμή να γκρινιάξει ή να δείξει κουρασμένος. Γιατί είναι φυσιολογικό όταν δουλεύεις καθημερινά για πολλές ώρες κάτω από τον ήλιο, τα χέρια σου κολλάνε και ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι κάποια στιγμή να λυγίσεις. Πόσο μάλλον όταν δεν κάνεις μία δουλειά μηχανική αλλά πρέπει να έχεις το μυαλό σου στο να καθαρίσεις άψογα κάθε τσαμπί και να το εναποθέσεις όσο το δυνατόν πιο απαλά στην κλούβα.

Ανάλογη η συνέχεια και στην παραλαβή. Προσεκτικές κινήσεις, κουβάλημα, πάλι έλεγχος καθώς τα σταφύλια αδειάζουν αργά αργά στο εκραγηστήριο, σχολαστικό πλύσιμο... Και αμέσως μετά, έρχεται η ώρα του μούστου! Όταν το σταφύλι πατιέται μπαίνει στην δεξαμενή και μετά από λίγο ο χυμός του τρέχει στο ποτήρι μας. Ένα μοναδικό νέκταρ όλο φρεσκάδα και δύναμη που επιβραβεύει τους κόπους της ημέρας.

Πόσο μαγικό είναι να γνωρίζεις πως τα σταφύλια που μόλις έχεις μαζέψει θα τα απολαμβάνεις ως κρασί μερικά χρόνια αργότερα με μία παρέα φίλους; Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι να ξέρεις πως τα σταφύλια αυτά ίσως μία μέρα να γεμίζουν το ποτήρι ενός οινόφιλου σε κάποια μακρινή χώρα του εξωτερικού!

Και κάπου εκεί οι σκέψεις ξεμακραίνουν. Άραγε κάθε φορά που εμείς πίνουμε ένα ποτήρι κρασί από κάποιο μακρινό μέρος τι σκέφτονταν αυτοί που μάζεψαν τα σταφύλια που το δημιούργησαν; Ποιες ήταν οι σκέψεις και οι αγωνίες του οινοπαραγωγού ώσπου να φτάσει η μέρα εκείνη, τα καλαμπούρια των τρυγητών τις στιγμές του μαζέματος, ο ενθουσιασμός των πρωτάρηδων και τα πειράγματα των παλαιότερων, ποιες οι προσδοκίες όταν πρωτοβγήκε ο μούστος;

Δεν είναι τυχαίο πως για αιώνες ολόκληρους ο τρύγος ήταν η μεγαλύτερη γιορτή της χρονιάς. Είναι κάτι απίστευτα ζωντανό και όποιος το έχει ζήσει έστω και μία φορά καταλαβαίνει πολύ καλά γιατί μιλάω. Από την άλλη, αναλογιστείτε πόσα "σκοτώνει" ένας μηχανικός τρύγος. Πέρα από την ποιότητα σκοτώνει και μία ολόκληρη κουλτούρα. Αυτό που υπό κανονικές συνθήκες εκπέμπει τόση ενέργεια γίνεται ξαφνικά ψυχρό, άψυχο, απρόσωπο.

Δεν είναι λίγες η φορές που ακούω το εξής: "καλά εσείς τόσα χρόνια οινοποιείο δεν θα αυξήσετε ποτέ παραγωγή;" Για κάποιους είναι αδιανόητο να πηγαίνεις καλά και να μην αναπτύσσεσαι ασταμάτητα. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, σε πολλούς φαίνεται πολύ παράξενο που εμείς δεν μπαίνουμε στον φαύλο κύκλο του κερδίζω άρα αυξάνω άρα μεγαλώνω και ούτω καθ εξής. Νομίζω πως ο φετινός τρύγος μας δείχνει την κατεύθυνση. Να μείνουμε αυτοί που είμαστε. Να γνωρίζουμε κάθε σπιθαμή του αμπελιού μας και να μπορούμε όταν χρειαστεί να περιποιηθούμε τσαμπί τσαμπί όλη την παραγωγή. Μόνο έτσι αυτό που παράγουμε θα συνεχίσει να είναι κάτι ξεχωριστό. Κρασιά που δονούνται, κρασιά που το καθένα τους έχει να πει μία ιστορία, κρασιά ζωντανά που έχουν μέσα τους κάτι από εμάς.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ λοιπόν στην φοβερή παρέα του φετινού τρύγου! Σε όλους αυτούς που τα δώσαν όλα για να πετύχουμε το καλύτερο. Που ήταν εδώ για να μας θυμίσουν πόσο υπέροχο είναι αυτό που κάνουμε. Που πάνω απ'όλα ήταν μαζί μας για να αποδείξουμε πως όταν θέλεις να πετύχεις κάτι δεν περιμένεις το σύμπαν να συνωμοτήσει υπέρ σου (sic) αλλά βάζεις κάτω το κεφάλι και το παλεύεις μέχρι να το δεις να πραγματοποιείται!



Φωτογραφίες: Μαρία Δουλγερίδου

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Τρύγος 2013: Μία χρονιά βαριά σημαδεμένη

Η φετινή χρονιά ήταν μία χρονιά καταστροφική για τον αγροτικό κόσμο της Ημαθίας. Λόγω χαλαζιού τεράστιες ποσότητες φρούτων πετάχτηκαν στην απόσυρση και άλλες τόσες έγιναν χυμός δίνοντας στους παραγωγούς πολύ λιγότερα χρήματα από αυτά που αναμενόταν. Αυτό φυσικά αφορά τα φρούτα που άντεξαν τα χτυπήματα των παγωμένων σφαιριδίων και παρέμειναν στα δέντρα χωρίς να σκορπίσουν στο έδαφος όπως έγινε σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Βουργουνδία
Ίδια εικόνα και στην υπόλοιπη Ευρώπη με τα νούμερα της καταστροφής να είναι τρομακτικά. Ενδεικτικά αναφέρω δύο από τις σημαντικότερες οινικές περιοχές. Η Βουργουνδία χτυπήθηκε με ζημία έως και 60% σε 20.000 στρέμματα και μάλιστα σε κάποια από τα πιο σπουδαία "cru" της όπως αυτά του Volnay και του Pommard. Στo Μπορντό από την άλλη, η ζημία έπληξε τα λιγότερο φημισμένα αμπελοτόπια του με τα νούμερα όμως να φτάνουν το 70% σε 90.000 στρέμματα!

Τα αμπέλια της Νάουσας φυσικά δεν θα μπορούσαν να γλιτώσουν. Πολλά εξ αυτών απογυμνώθηκαν τελείως, άλλα έχασαν μεγάλο αριθμό τσαμπιών ενώ ο πιο ύπουλος εχθρός για τα κόκκινα είναι το λεγόμενο "gout de grele" που αφήνουν οι χτυπημένοι από το χαλάζι καρποί.

Πιο συγκεκριμένα, στα μέσα Ιουνίου που το χαλάζι χτύπησε τους αμπελώνες έκανε ζημιά σε διάφορα μέρη του πρέμνου. Το πρώτο χαλάζι, μεγάλο σαν καρύδι αλλά αραιό, έριχνε κάτω ολόκληρα τσαμπιά ενώ σε πολλές περιπτώσεις χτυπούσε βίαια τους βλαστούς που λίγες μέρες αργότερα ξεραίνονταν.
Το χαλάζι της επόμενης ημέρας ήταν πυκνό, σε μέγεθος στραγαλιού και έφτανε με μεγάλη ταχύτητα. Τρυπούσε τα φύλλα, πλήγιαζε κομμάτια του τσαμπιού ή τα έβρισκε στον μίσχο που τα κρατάει στο φυτό και λίγες μέρες αργότερα πέφτανε. Υπήρξαν δυστυχώς και περιπτώσεις από ολοκληρωτικά κατεστραμμένα κομμάτια αμπελώνων.

Όσα τσαμπιά χτυπήθηκαν μερικώς, κατάφεραν να μεγαλώσουν τους πληγιασμένους καρπούς επουλώνοντας γρήγορα της πληγές τους. Αυτό για την μητέρα φύση είναι μία λύση στο πρόβλημα αλλά για τον παραγωγό ένας ακόμη πονοκέφαλος. Ο καρπός με την επουλωμένη πληγή είναι τρομερά στυφός αφού το αμπέλι για να δημιουργήσει το ξηρό κομμάτι που θα κλείσει την πληγή στέλνει επιπλέον τανίνες. Οι τανίνες αυτές είναι πάρα πολύ στεγνές και οι καρποί αυτοί πρέπει να αφαιρεθούν για να αποφύγουμε το "gout de grele" που ανέφερα προηγουμένως.

Επιπλέον πολλά πρέμνα είχαν φύλλα χτυπημένα σε τέτοιο βαθμό που δεν κατάφεραν να αναπληρώσουν το κενό στην ανάπτυξή τους -τα τρύπια φύλλα δεν φωτοσυνθέτουν- και υπήρχε μεγάλη ανωμαλία στην ωρίμανση. Αποτέλεσμα αυτού, σε ένα φαινομενικά υγιές κομμάτι να υπάρχουν τσαμπιά που έμοιαζαν ώριμα αλλά φαινολικά ήταν ακόμη πάρα πολύ πίσω.

Από την άλλη όσοι είχαν την τύχη να αποφύγουν το χαλάζι θα οινοποιήσουν μία από τις πιο ισορροπημένες χρονιές των τελευταίων χρόνων. Πρώιμο ξεκίνημα της βλαστικής περιόδου, ζέστη στα επίπεδα που χρειάζονταν, δροσερές νύχτες και απουσία ασθενειών είναι δεδομένα που σκιαγραφούν ιδανικές συνθήκες για την παραγωγή κρασιού.

Οι υπόλοιποι θα κάνουν ότι καλύτερο μπορούν με τα σταφύλια που τους απέμειναν. Καλώς ή κακώς ο αγρότης είναι "μαγαζί χωρίς σκεπή" όπως λένε και είναι εκτεθειμένος στα τερτίπια του καιρού. Μην ξεχνάμε πως πέρα από το στοίχημα της ποιότητας που πρέπει να κερδηθεί, για κάποιους θα είναι δύσκολο να κρατηθούν συμφωνίες με αγορές του εξωτερικού που απαιτούν συγκεκριμένες ποσότητες. Υπάρχει βέβαια και μία άλλη πλευρά σε όλη αυτήν την ιστορία για την οποία όμως σκοπεύω να αναφερθώ σε ανάρτηση που θα ακολουθήσει...



Δείτε τι έγραψε το Κτήμα Κυρ-Γιάννη για την χαλαζόπτωση εδώ.

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Από την Γεωργία στα Βαλκάνια με ένα ποτήρι κρασί

Ήταν το περασμένο καλοκαίρι όταν δεχθήκαμε στην Νάουσα την επίσκεψη του Alberto Farinasso. Ο Αλμπέρτο είναι μέλος της οργανωτικής ομάδας του Salone del gusto και υπεύθυνος για ένα μεγάλο μέρος από τα πενήντα συνολικά workshops κρασιού που έγιναν στην μεγάλη αυτήν γαστρονομική έκθεση. Πριν την Νάουσα είχε περάσει από την Κεφαλλονιά. Στην συνέχεια, αφού έφευγε από εμάς θα πήγαινε να επισκεφθεί τους οινοπαραγωγούς των Αλβανικών Άλπεων και μετά από διάφορους οινο-γαστρονομικούς σταθμούς στα δυτικά Βαλκάνια θα επέστρεφε στην Ιταλία.

Ταυτόχρονα, δεχθήκαμε την επίσκεψη του εβδομηντάρη αεικίνητου "γευστικού εξερευνητή" Μαρίνκο Πίνταρ από την Σλοβενία ο οποίος περνούσε από την γειτονιά μας -την Σερβία δηλαδή!- και είπε να περάσει να μας αφήσει μερικά κρασιά, σαλάμια και τυριά δικής του παραγωγής και εξαιρετικής νοστιμιάς! Η παρέα έδεσε και η βραδιά οδηγήθηκε σε μία ήπια κρασοκατάνυξη όπου ο καθένας διηγούνταν τις γαστρονομικές του εμπειρίες και ταξίδευε τους άλλους νοητά σε όλους τους κρυμμένους γαστρονομικούς θησαυρούς της μεσογείου.

Η συνέχεια μας βρίσκει λίγους μήνες μετά, σε μία από τις αίθουσες γευσιγνωσίας του Salone del Gusto να παρακολουθούμε ένα από τα πολυάριθμα θεματικά εργαστήρια για το κρασί. Στο πάνελ παραγωγοί από την Γεωργία μέχρι την Κροατία και στα ποτήρια μας όλη η ιστορική διαδρομή του κρασιού από τον Καύκασο μέχρι την βαλκανική χερσόνησο.

Η δοκιμή ξεκίνησε με ένα λευκό από την Γεωργία αφού εκεί θεωρείται πως ξεκίνησε και η αμπελοκαλλιέργεια. Απ'όσο μπόρεσα να καταλάβω αυτό που δοκιμάσαμε προέρχονταν από τις ποικιλίες Tsitska και Tsolikouri. O παραγωγός με το όνομα Nikoladze οινοποιεί σε αμφορείς όπου τα λευκά του εκχυλίζονται με τις φλούδες για περίπου έξι μήνες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα κρασί κάπως σφιχτό αρωματικά, με πολύ δροσιστικές οξύτητες στο στόμα αλλά και κάπως τανικό. Ένα κρασί που πιθανότατα δεν κερδίζει εύκολα φίλους αλλά έχει έναν πολύ δικό του χαρακτήρα.

Από εκεί μεταφερθήκαμε κατευθείαν στην Σερβία αφού η σειρά των κρασιών δεν είχε γίνει με βάση την ιστορική διαδρομή του οίνου αλλά με τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Αρκετά χρόνια πριν ένας Γάλλος οινολόγος έπαθε βλάβη με το αυτοκίνητό του λίγο έξω από ένα χωριό στα σύνορα της χώρας με την Βουλγαρία. Κοιτώντας γύρω του ανακάλυψε πως βρίσκονταν σε μία περιοχή όπου ναι μεν οι αμπελοκαλλιέργεια μετά τον κομμουνισμό είχε εγκαταλειφθεί αλλά το terroir της περιοχής έδειχνε να χει τεράστιες δυνατότητες. Σήμερα το ζευγάρι των Γάλλων οινοποιών είναι οι μοναδικοί κάτοικοι του παραδοσιακού πέτρινου χωριού και παράγουν κρασιά από γηγενείς αλλά και διεθνείς ποικιλίες. Εμείς δοκιμάσαμε ένα Riesling με Tamjianika και Krasevina του 2009 με πολύ γλυκά αρώματα αλλά ξηρό πολύ ισορροπημένο στόμα ανέγγιχτο από τον χρόνο.

Πατώντας για λίγο σε γνώριμα μονοπάτια δοκιμάσαμε τον Μεταγειτνίων 2010 του Σκλάβου από την Κεφαλλονιά. Πολύ ωραία ελεγχόμενη οξείδωση που έδινε μεγάλη πολυπλοκότητα στην μύτη και γευστική διάρκεια στο στόμα. Από τα κρασιά που πρέπει να είσαι τολμηρός για να τα παράγεις και να έχεις αρκετή υπομονή για να βρεις αυτούς που θα καταφέρουν να εκτιμήσουν αυτό που κάνεις.

Στα κόκκινα η αρχή έγινε με την Τουρκία. Δυστυχώς δεν συγκράτησα το όνομα αλλά οργανοληπτικά παρουσίαζε μεγάλο ενδιαφέρον. Στην μύτη κυριαρχούσε η μόκα και άλλα αρώματα που έδιναν μία αρκετά θερμή αίσθηση. Αντιθέτως, στο στόμα έδινε πολύ ανάλαφρη αίσθηση χάρη στην καλή του οξύτητα και τις μαλακές του τανίνες. Η κυρία που το παρουσίαζε δεν παρέλειψε φυσικά να αναφέρει πως η ποικιλία που δοκιμάζουμε είναι πανάρχαια και ίσως το κρασί της περιοχής είναι από τα αρχαιότερα στον κόσμο. Μην ξεχνάμε πως οι Τούρκοι διεκδικούν την πατρότητα του οίνου και μέχρι στιγμής τα πάνε πολύ καλά. Ο ιστορικός γεύσεων που συντόνιζε την παρουσίαση είχε βέβαια κάποιες αντιρρήσεις αλλά πέρασαν στα ψιλά...

Επιστρέφοντας στην Σερβία δοκιμάσαμε το Vranac, μία ποικιλία με προέλευση από το Μοντενέγκρο αρκετά πιο δομημένη από το προηγούμενο ερυθρό και πιο δυναμική αρωματικά. Αμέσως μετά ακολούθησε ένα ερυθρό από την Κροατία με καταπληκτική συμπύκνωση φρούτου και εξαιρετικές τανίνες εναρμονισμένες πολύ ωραία με την οξύτητα. Το αλκόολ του ήταν περίπου 17% και είναι εκπληκτικό το πως κατάφερνε να κρατήσει την φινέτσα του όντας τόσο υπερώριμο. Στην κουβέντα που είχαμε αργότερα με τον παραγωγό μας είπε πως κάθε του κλήμα παράγει το πολύ μισό κιλό σταφύλια!

Κλείσαμε τα ξηρά ερυθρά με ένα αθείωτο Saperavi από την Γεωργία στο οποίο επικρατούσαν ζωικά αρώματα με κάποιες νότες πιπεριάς που το έκαναν να φέρνει λίγο σε Cabernet Sauvignon. Στο στόμα ήταν άψογα ισορροπημένο και είχε πολύ ωραίο τελείωμα με μεγάλη διάρκεια. Τελειώσαμε με ένα Vinsanto του Χαρίδημου Χατζηδάκη από την Σαντορίνη με μύτη που την μονοπωλούσε η σταφίδα. Το στόμα ήταν όμως πολύ καλύτερο με την οξύτητα να κρατάει το στόμα ανάλαφρο και να μην αφήνει τα σάκχαρα να κουράσουν καθόλου.

Συνοψίζοντας θα λέγαμε πως οι περιοχές που γέννησαν τον οίνο και τον έκαναν γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο, παράγουν και σήμερα σπουδαία κρασιά και έχουν πολύ μεγάλες δυνατότητες. Φυσικά, ως γνωστών έχουν χάσει πολύ έδαφος από δυτικότερες χώρες αλλά δίνοντας βαρύτητα στις αυτόχθονες ποικιλίες μπορούν εύκολα να πρωταγωνιστήσουν και πάλι.

Το θέμα για εμάς σαν Ελλάδα, είναι να δούμε πως έχοντας μία οινική βιομηχανία η οποία είναι πιο παλιά στις αγορές σε σχέση με τους γείτονές μας θα μπορούσαμε ήδη να έχουμε βγει πολύ πιο μπροστά. Αυτό που βλέπουμε όμως είναι μία Κροατία και πιο πρόσφατα μία Τουρκία να μας πλησιάζουν με γοργούς ρυθμούς και σύντομα να μας αφήνουν πίσω τους. Ότι δηλαδή έκαναν και στον τουρισμό με τους μεν Κροάτες να καθιερώνονται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ως must προορισμός και με τους Τούρκους να κερδίζουν όλους αυτούς που έδιωξαν οι Έλληνες με κακές συμπεριφορές και κακές τιμολογήσεις.



σημ.: Λόγω των πολλών άγνωστων ονομάτων και της σχετικά γρήγορης εναλλαγής των κρασιών βασίστηκα στις φωτογραφίες για να συμπληρώσω τις ελλιπείς σημειώσεις μου. Δυστυχώς όμως οι περισσότερες φωτογραφίες καταστράφηκαν και έτσι έχω αρκετά κενά όσον αφορά στα στοιχεία μερικών κρασιών.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Πέντε χρόνια μετά...

Πριν πέντε περίπου χρόνια, έγραψα το πρώτο μου άρθρο σε αυτό το μπλογκ. Αφορμή ήταν τα συχνά ταξίδια μου σε αμπελοοινικές περιοχές της Γαλλίας όπου σπούδαζα τότε για τελευταία χρονιά. Έγραφα συχνά σε φίλους μου για το πως περνούσα και τους έστελνα παράλληλα και κάποιες φωτογραφίες. Κάποια στιγμή θεώρησα πως αν δημοσιεύω κάπου όλα αυτά τότε θα ήταν πολύ πιο εύκολο να μπαίνουν όλοι και να τα διαβάζουν από εκεί. Επίσης, γράφοντας σε απλή και κατανοητή γλώσσα, σιγά σιγά θα έκανα πολλούς από αυτούς να βελτιώσουν την οινική τους παιδεία βλέποντας πόσο συναρπαστικός είναι ο οινικός κόσμος. Ευτυχώς τότε το facebook δεν ήταν αρκετά διαδεδομένο γιατί δεν είμαι σίγουρος αν σήμερα θα έγραφα αυτές τις σειρές.

Γρήγορα το μπλογκ έκανε και αδερφάκι αφού ήθελα να έχω και κάτι όπου θα γράφω λίγο πιο τεχνικά και θα εστιάζω περισσότερο στην ανάλυση του κάθε κρασιού ξεχωριστά. Έτσι γεννήθηκε και το "Τερπνόν μετά του ωφελίμου" το οποίο με βοήθησε να κρατήσω στις "Αμπελο-οινικές περιπέτειες" έναν χαρακτήρα λίγο πιο ανάλαφρο και ταξιδιάρικο.

Τα οφέλη που αποκόμισα από το μπλογκ ήταν πολυδιάστατα και πολύ περισσότερα απ' όσα είχα αρχικά υπολογίσει. Έμαθα να κρατάω σημειώσεις, έκανα γνωριμίες με άτομα του χώρου, είχα κίνητρο να κάνω όλο και περισσότερες επισκέψεις σε αμπελώνες και οινοποιεία, βελτίωσα τις γνώσεις μου και τον τρόπο έκφρασής μου γύρω από το κρασί. Δεν είναι λίγες οι φορές που πέρασα ώρες ολόκληρες διαβάζοντας για ένα θέμα για το οποίο ήθελα να γράψω ή φορές που η συχνότητα των αναρτήσεων στο μπλογκ μου μου έχει υπενθυμίσει πως είναι καιρός για ένα ταξιδάκι ή μία γευσιγνωσία.

Όσον αφορά τώρα τον υπόλοιπο ελληνικό χώρο του wine-blogging τα πράγματα έχουν αλλάξει ελάχιστα. Άρθρα υπάρχουν αρκετά αλλά ουσιαστικά κείμενα πολύ λίγα. Αν δεν απατώμαι, μαζί με τον Gregory  πρέπει να είμαστε τα μόνα ταξιδιωτικά wine-blogs στην ελληνική γλώσσα. Υπάρχει φυσικά και ο Ted  ο οποίος όμως γράφει για ποικίλα θέματα και δεν επικεντρώνεται αποκλειστικά στα ταξίδια του. Από εκεί και πέρα ενδιαφέρουσες απόψεις διαβάζουμε και στο wine.gr με τα άρθρα του Γιάννη Καρακάση να ξεχωρίζουν ενώ στο oinos βρίσκουμε πολλές πληροφορίες και μεταφράσεις από τα καλύτερα αγγλόφωνα άρθρα. Μαζί με 2-3 που ίσως παραλείπω με το ζόρι ξεπερνάμε τα δάκτυλα του ενός χεριού. Δεν μπορώ να πω πως αυτό ευθύνεται για την υποβαθμισμένη ελληνική οινική παιδεία σίγουρα όμως είναι ενδεικτικό για το επίπεδό της.

Όσον αφορά το ίδιο το κρασί τα δεδομένα έχουν αλλάξει ελαφρώς ακολουθώντας όμως πάντα τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο ένα βήμα πίσω. Αν πάλι δεν είχαν δυσκολέψει και τα πράγματα λόγω οικονομικών συνθηκών τότε δεν θα είχε αλλάξει τίποτα απολύτως. Όπως ανέφερα και παραπάνω, τα πρώτα χρόνια του μπλογκ βρισκόμουν στο εξωτερικό. Θεωρώ πως από εκεί είχα μία πιο ξεκάθαρη εικόνα για το που βρίσκεται το ελληνικό κρασί στο παγκόσμιο οινικό στερέωμα. Μέχρι τότε ήμασταν μία wannabe νέος κόσμος χώρα χωρίς όμως να έχουμε τα πλεονεκτήματα του πολύ δυνατού μάρκετινγκ και του χαμηλού κόστους παραγωγής. Την στιγμή που ο παλαιός κόσμος είχε μπει για τα καλά στην φιλοσοφία του terroir και άρχιζε να γίνεται μεγάλος ντόρος με τα βιοδυναμικά και φυσικά κρασιά εμείς προσπαθούσαμε να κάνουμε cabernet θηρία με ατέλειωτους μήνες σε ολοκαίνουρια βαρέλια.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως τo 2010 είχα γράψει ένα άρθρο για τα λευκά και την παλαίωση με αφορμή μία εξαιρετική βουργουνδία δεκατριών χρονών. Μιλάμε για μία εποχή όχι και τόσο μακρινή. Αν όμως ψάξει κανείς στην αρθρογραφία εκείνης της εποχής θα δει πως πουθενά δεν αναφέρεται πως τα λευκά σηκώνουν παλαίωση και πως ένα λευκό του 2011 δεν σημαίνει πως το 2013 δεν θα πίνεται. Δυστυχώς για να αλλάξει αυτή η νοοτροπία έπρεπε να φτάσει η αγορά εδώ που έφτασε, να μένουν τα λευκά απούλητα και να αρχίσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι να μιλάνε για παλαιωμένα λευκά και να οργανώνονται μέχρι και κάθετες sauvignon blanc ή Ροδίτη!

Αρκετά πρόσφατα, τώρα που οι όροι terroir και φυσικά κρασιά έχουν γίνει σούπα, θυμηθήκαμε κι εμείς να ασχοληθούμε μαζί τους. Ακόμη κι έτσι όμως οι περισσότεροι από όσους γνωρίζω το έκαναν όχι από αληθινό πιστεύω αλλά απλά και μόνο γιατί είναι της μόδας και ίσως έτσι δώσουμε καμιά φιάλη παραπάνω. Γνωρίζω παραγωγούς οι οποίοι χλεύαζαν τους Γάλλους για το terroir και την βιοδυναμική και λίγο καιρό μετά κυκλοφορούσαν "βιοδυναμικά" κρασιά σε ποσά αστρονομικά. Για να μην μιλήσω για το τι έλεγαν για τα φυσικά κρασιά κάποιοι που τώρα τα έχουν σημαία τους...

Έχοντας μείνει πολύ πίσω στο διεθνές οινικό στερέωμα θυμόμαστε τώρα να ξανα-ανακαλύψουμε σπάνιες ελληνικές ποικιλίες που κοντέψαμε κάποτε να εξαφανίσουμε για χάρη του Merlot και του Chardonnay. Ακόμη χειρότερα, οι ποικιλίες αυτές οινοποιούνται σαν να είναι Merlot ή Chardonnay και το μόνο που καταφέρνουμε να κάνουμε είναι να πουλήσουμε λόγω περίεργου ονόματος. Ελάχιστοι είναι οι παραγωγοί που δουλεύουν πάνω σε αυτές τις ποικιλίες με σκοπό να πάρουν από αυτές το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και φυσικά ακόμη πιο λίγα τα κρασιά από τέτοιες ποικιλίες που καταφέρνουν να προσφέρουν κάτι το πραγματικά ξεχωριστό.

Θα μπορούσα να γράφω γι'αυτά και να δίνω παραδείγματα ώρες ατελείωτες αλλά δεν θα ήθελα να κάνω μία ανασκόπηση γεμίζοντας ολόκληρες σελίδες με αρνητικές διαπιστώσεις. Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει και βλέπουμε συνεχώς νέο κόσμο να στρέφεται προς το κρασί. Ακόμη και η "άνοιξη των wine-bars" όσο φούσκα και αν είναι θα βάλει και αυτή το λιθαράκι της στο να μας μείνουν κάποια καλά "στέκια" και να στραφεί πολύς κόσμος προς το κρασί. Ακόμη και αυτοί που δεν έχουν ακούσει ποτέ για Λημνιώνα, Βιδιανό ή Μαύρο Καλαβρυτινό και πίνουν αποκλειστικά Merlot κάποια στιγμή θα κάνουν ένα βήμα παραπέρα. Ακόμη και αυτοί που πάνε στις εκθέσεις κρασιού μία ώρα πριν το τέλος τους απλά και μόνο για να φτιαχτούν με το κρασί προτού βγουν για διασκέδαση, κάποια στιγμή θα κατανοήσουν ποιος πραγματικά είναι ο σκοπός μίας τέτοιας έκθεσης.

Υπάρχουν ευτυχώς πολλοί άνθρωποι στον χώρο μας που παρά τις δυσκολίες αγωνίζονται συνεχώς για την βελτίωση της ελληνικής οινικής κουλτούρας και πιστεύω πως δεν θα τα παρατήσουν έτσι απλά. Προσωπικά ελπίζω να είμαι εδώ και να γράφω και για τα επόμενα πέντε χρόνια και η ανασκόπηση που θα κάνω τότε να είναι θετική σε κάθε τομέα.Μέχρι τότε θα προσπαθήσω να συνεχίσω τα ταξίδια μου και να μην πάψω ποτέ να μοιράζομαι τις εντυπώσεις μου με όλους όσους γοητεύει ο μαγικός κόσμος του κρασιού!

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

Το Salone del Gusto και οι γαστρονομικοί θησαυροί του κόσμου

Λίγους μήνες μετά την τελευταία μας επίσκεψη στο Πιεμόντε βρισκόμασταν και πάλι στο Τορίνο για να συμμετάσχουμε στην γαστρονομική έκθεση της Slow Food. Το Salone del gusto, όπως ονομάζεται, είναι μία μεγάλη έκθεση με διατροφικά προϊόντα από όλο τον κόσμο με εκθέτες που έχει επιλέξει η Slow Food. Υπενθυμίζω πως η Slow Food είναι μία οργάνωση που ιδρύθηκε την δεκαετία του '80 για να αντιταχθεί στην λειτουργία McDonalds στο κέντρο της Ρώμης και έκτοτε έχει δημιουργήσει παραρτήματα σε όλο τον κόσμο, υποστηρίζοντας την κατά τόπους διατροφική κληρονομιά και την βιοποικιλότητα.

Η μεγάλη αυτή έκθεση χωρίζονταν σε τρία κυρίως περίπτερα. Το πρώτο αφορούσε αποκλειστικά το Πιεμόντε, το δεύτερο την υπόλοιπη Ιταλία και το τρίτο τον υπόλοιπο κόσμο. Ένας ακόμη χώρος στέγαζε όλα τα workshops και το θέατρο των γεύσεων ενώ κάθε περίπτερο είχε και από μία αίθουσα η οποία φιλοξενούσε διάφορες ομιλίες γύρω από την παραγωγή και την κατανάλωση των τροφίμων.

Ο γαστρονομικός μας περίπατος ξεκίνησε από το Πιεμόντε. Τα πρώτα προϊόντα που κέντρισαν το ενδιαφέρον μας ήταν αυτά με βάση το φουντούκι που είναι μάλιστα και ΠΟΠ* στην περιοχή αυτήν. Φουντουκόμελα, κέικ, μπισκότα από αλεσμένο φουντούκι αντί για αλεύρι, ζαχαρωμένα φουντούκια, πραλίνες και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς που να φτιάχνεται με βάση τον νοστιμότατο αυτό καρπό ήταν εκεί για να διεγείρει τους γευστικούς μας κάλυκες.

Εντύπωση επίσης μας προκάλεσαν και οι πολυάριθμες μικρο-ζυθοποιίες που πουλούσαν μάλιστα και φρεσκοφτιαγμένη μπύρα επιτόπου. Ας μην ξεχνάμε πως η μπύρα είναι ένα από τα ελάχιστα προϊόντα για τα οποία η αγορά διασπάται όλο και περισσότερο και οι τέσσερις μεγαλύτερες εταιρίες κατέχουν όλο και μικρότερο ποσοστό από τον παγκόσμιο τζίρο. Μόνο το Πιεμόντε διαθέτει 43 μικροζυθοποιίες το σύνολο των οποίων χρησιμοποιεί πρώτες ύλες παραγόμενες στην περιοχή ενώ αρκετοί είναι οι ζυθοποιοί που καλλιεργούν τις δικές τους πρώτες ύλες.

Από εκεί και πέρα, πεντανόστιμα τυριά από τοπικές ράτσες αιγοπροβάτων και αγελάδων, σαλάμια από προστατευόμενα είδη βουβαλιών, λαχταριστές σοκολάτες από οίκους με μακροχρόνια παράδοση και αναρίθμητες άλλες λιχουδιές έκαναν παρέλαση στον ουρανίσκο μας το ένα μετά το άλλο στέλνοντάς μας σε έναν παράδεισο γεύσεων. Φυσικά σε αυτό δεν παίζουν ρόλο μόνο τα δώρα που έκανε η φύση στην περιοχή αυτήν. Πολύ σημαντική είναι και η προσπάθεια των ντόπιων -με την παρότρυνση πάντα της Slow Food- να διατηρήσουν τις γεύσεις αυτές και με την σκληρή δουλειά και το πάθος γι'αυτό που παράγουν να αναδείξουν τους γαστρονομικούς θησαυρούς του τόπου τους.

Το περίπτερο της υπόλοιπης Ιταλίας ήταν εξίσου πλούσιο και η κάθε περιοχή έδινε ολοκάθαρα το στίγμα της. Η όλη δουλειά της Slow Food βασίζεται στην ανάδειξη των τοπικών προϊόντων της κάθε περιοχής αλλά και της ιστορίας της μέσω της τροφής. Χαρακτηριστικό το γεγονός πως οι νότιες περιοχές διακρίνονται για τις έντονες, πικάντικες και πολύ δυναμικές γεύσεις τους ενώ όσο πάμε προς τα βόρεια γίνονται πιο ήπια και πιο λιπαρά. Έντονο είναι φυσικά και το γεωγραφικό και ιστορικό αποτύπωμα κάθε περιοχής με τις επιρροές των γειτονικών χωρών αλλά και των λαών που κατέκτησαν κατά καιρούς διάφορα μέρη της Ιταλίας να είναι αρκετά εμφανείς σε πολλές περιπτώσεις. Την στιγμή που κάποιος καταλαβαίνει πόσο μεγάλο μέρος της ιστορίας εκφράζεται μέσω της γαστρονομικής παράδοσης ενός τόπου, αντιλαμβάνεται ξεκάθαρα πόσα ισοπεδώνει στο πέρασμά της η κουλτούρα του γκούντα και της κόκα κόλα.

Το διεθνές περίπτερο πάλι ήταν το πιο πολύχρωμο και πιο "φασαριόζικο" απ'όλα κυρίως χάρη στους Αφρικανούς συμμετέχοντες που φορώντας τις παραδοσιακές τους στολές τραγουδούσαν και χόρευαν ασταμάτητα. Στον ίδιο χώρο υπήρχε ενημέρωση για το έργο της Slow Food στις αναπτυσσόμενες χώρες και τον αγώνα που γίνεται για την διάσωση της βιοποικιλότητας τους.

Από την χώρα μας ντολμαδάκια, ελαιόλαδα, τυριά και πιπεροσαλάτες φτιαγμένα με ιδιαίτερη φροντίδα, έπαιξαν τον ρόλο των πρεσβευτών μας στο Salone del Gusto. Μαζί τους και αντιπρόσωποι των κατά τόπους convivium της Slow Food ήταν εκεί για να αποδείξουν πως στην Ελλάδα δεν είναι μόνο κρίση και μιζέρια αλλά νέοι άνθρωποι με θέληση για δημιουργία και αλλαγή του σκηνικού...

Βρισκόμενοι σε ένα τέτοιο σαλόνι μείναμε έκπληκτοι με τον διατροφικό πλούτο που μπορεί να κρύβει κάθε γωνιά του πλανήτη μας. Βλέποντας το έργο της Slow Food και τον κατά τόπους οργανώσεων γεμίζει κανείς αισιοδοξία. Όταν αντιληφθούμε πόση δύναμη έχουν οι διατροφικές μας επιλογές τότε μπορούμε να ξεκινήσουμε να αλλάζουμε τον κόσμο. Εξ ου και ο τίτλος της έκθεσης: "Cibi che cambiano il mondo" - Τροφές που αλλάζουν τον κόσμο.



*ΠΟΠ: Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης