Διάβαζα πρόσφατα ένα
άρθρο από τον Ιταλικό οδηγό κρασιού Slow Wine σχετικά με την αλόγιστη χρήση του βαρελιού που με έβαλε σε πολλές σκέψεις. Πρέπει βέβαια να πω πως τα ιταλικά μου δεν είναι άριστα και χρειάστηκε να μεταφράσω μερικά τμήματα του άρθρου με την βοήθεια του google αλλά νομίζω πως το κυρίως νόημα είναι ξεκάθαρο.
Οι Ιταλοί αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με ολόκληρο τον οινικό κόσμο. Η αγορά κυριαρχείται από κρασιά μονότονα, επαναλαμβανόμενα, άψυχα και οινολόγους που κάνουν copy-paste τις συνταγές τους σε κάθε οινοποιείο, ενώ ο καταναλωτής ξυπνάει πολύ αργά για να μπορέσει να αλλάξει την κατάσταση.
Ας κάνω μία περίληψη του άρθρου για να γίνω πιο κατανοητός. Ο Ιταλός κριτικός αναφέρει πως ξεκινώντας τις δοκιμές για την νέα έκδοση του οδηγού είναι φανερό πως οινολογικά το επίπεδο ανεβαίνει χρόνο με το χρόνο. Το κυρίως πρόβλημα είναι όμως η έλλειψη ταυτότητας. Έχουμε γεμίσει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, από οίνους "
χωρίς καμία αξία, μπανάλ, ουσιαστικά άχρηστους". Κύριο πρόβλημα παραμένει η αλόγιστη χρήση βαρελιού -ή τσιπς- με τα αρώματα βανίλιας, συνθετικής κόλλας και ζαχαρωτών haribo να σκεπάζουν ολοκληρωτικά οποιοδήποτε ποικιλιακό άρωμα. Μείζον πρόβλημα για τους δημοσιογράφους, κανένα πρόβλημα όμως για τους εμπόρους αφού "αυτό θέλει η αγορά"!
Το πιο σοκαριστικό κομμάτι όμως του άρθρου είναι πως πριν μερικά χρόνια ένας οινολόγος εκμυστηρεύτηκε στον αρθρογράφο πως "
αν δεν μου φτάνει το Sangiovese βρίσκω και βάζω φθηνό Merlot ή Montepulciano. Mε τόσο έντονα αρώματα βαρελιού ποιος θα καταλάβει την διαφορά;"! Ίσως όχι τόσο σοκαριστικό για αυτούς που είναι έστω και λίγο υποψιασμένοι αλλά σίγουρα πολύ αρνητικό για την εικόνα του Ιταλικού κρασιού.
Οι κριτικοί του Slow Wine πάντως δεν χαρίστηκαν αφού αν και άψογο τεχνολογικά ένα κρασί με καμία έκφραση της περιοχής ή της ποικιλίας θεωρούν πως απλά δεν έχει λόγω ύπαρξης. Και πολύ καλά κάνουν συμπληρώνω εγώ αφού πλέον έχουμε σιχαθεί να δοκιμάζουμε τα ίδια και τα ίδια.
Μερικές φορές νιώθω πως και εγώ ο ίδιος παρασύρομαι λίγο με την κατάσταση εδώ πέρα. Κακά τα ψέματα, στην Ελλάδα οινοποιοί, διακινητές, δημοσιογράφοι, μέχρι και οι οινόφιλοι λίγο πολύ γνωριζόμαστε και είμαστε στην ουσία μία μεγάλη παρέα. Σε πρώτη φάση ακούγεται όμορφο αλλά ίσως τελικά και να μην είναι. Ευλογούμε συνεχώς τα γένια μας, τα άρθρα με αρνητικές κριτικές είναι σχεδόν ανύπαρκτα και όλοι οι οινοποιοί είμαστε σπουδαίοι, μεγάλοι και ανεπανάληπτοι. Πιθανότατα γιατί όλοι κρίνουν με βάση το οινολογικό στήσιμο ενός κρασιού και σχεδόν ποτέ με το συναίσθημα. Έτσι όπως δηλαδή κάνει ο Ιταλός δημοσιογράφος που αν και προβληματίστηκε τελικά "έθαψε" τα άψυχα αυτά κρασιά γιατί δεν είχαν τίποτα να του προσφέρουν.
Πλέον οι πλειοψηφία των ελλήνων παραγωγών έχει ένα καλό οινολογικό επίπεδο και νομίζω πως είναι άχρηστο να ψάχνουμε τις μπανάνες και τα πεπόνια στη μύτη και φαρδιές πλατιές κοντόχοντρες τανίνες στο τελείωμα! Θεωρώ πολύ πιο χρήσιμο να γνωρίζω αν ένα κρασί μπορεί να εκφράσει κάτι δικό του όπως π.χ. το αποτύπωμα της περιοχής του, το στυλ ή απλά τον μόχθο του παραγωγού, τις ιδιαιτερότητες της χρονιάς.
Τώρα από ποιο σημείο ξεκινάει ο κύκλος του διαβόλου αδυνατώ να το διευκρινίσω. Θεωρώ πως οι μεγάλοι παίκτες και οι χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής έχουν συμφέρον να κυνηγήσουν το "εύκολο". Το εύκολο είναι αυτό στο οποίο ανταποκρίνεται η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών αλλά από την άλλη είναι και το πιο ανταγωνιστικό κομμάτι της αγοράς αφού είναι αυτό στο οποίο κυρίαρχο ρόλο παίζει το χαμηλό κόστος παραγωγής και το δυνατό μάρκετινγκ.
|
Οι εικόνα που μας έρχεται στο μυαλό
όταν δοκιμάζουμε Ελληνικά λευκά! |
Οι μικροί παραγωγοί και χώρες όπως οι Ελλάδα δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί επιμένουν να παράγουν τα ίδια και τα ίδια και να κυνηγούν ένα κομμάτι της αγοράς στο οποίο έχουν ελάχιστα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Δεν θα ξεχάσω την ατάκα του Τεό Δ. στα φετινά Διονύσια: "
Πέρα από την Σαντορίνη τα λευκά είναι ένα μεγάλο φεστιβάλ μπανάνας"! Την ίδια ακριβώς μπανάνα ο νέος κόσμος την παράγει με το μισό κόστος και γι'αυτό στην "αγορά της μπανάνας" κυριαρχεί κατά κράτος.
Απλά πράγματα, τίποτα περίπλοκο.
Στην χώρα μας έχουμε πάρα πολλά μικρά οινοποιεία που επικαλούνται παραδόσεις, μεράκια και μεγάλες αγάπες με το αντικείμενο. Οινοποιούς που αρέσκονται να βγαίνουν φωτογραφίες με την οικογένεια να κρατάει όλη μαζί ένα τσαμπί σταφύλι, με τον σκύλο δίπλα απ'το τρακτέρ, με λερωμένα χέρια δίπλα από τον εκραγιστήρα και άλλα τέτοια όμορφα. Που είναι όμως η δουλειά σας φίλτατοι συνάδελφοι; Που ξεχωρίζει το μεράκι και η αγάπη όταν φτάνουμε στο τελικό προϊόν; Ναι ξέρω, τα οινολογικά προϊόντα είναι ασφάλεια, το αφιλτράριστο χτυπάει άσχημα στο μάτι κλπ κλπ. Οι απούλητες φιάλες για τις οποίες οι περισσότεροι παραπονιέστε, ίσως τελικά να μην είναι απόρροια της οικονομικής κρίσης ή κάποιου άλλου τρίτου παράγοντα. Σκεφτήκατε ποτέ πως τα κρασιά σας είναι απλά βαρετά για αυτόν που θα ψάξει τον μικρό παραγωγό και ξέρει και τρία πράγματα παραπάνω;
Λαμπρό παράδειγμα του αντιθέτου είναι νέος οινοπαραγωγός της περιοχής της Νάουσας. Ξεκίνησε να οινοποιεί από το μηδέν, το έψαξε, ρίσκαρε και σε χρόνο ρεκόρ έχει φτάσει πολύ ψηλά. Όταν όλοι τελειώνουν τρύγο βαριά αρχές Οκτώβρη αυτός δεν έχει ξεκινήσει. Σχεδόν κάθε χρόνο παίζει την παραγωγή κορώνα γράμματα ενώ έχει τύχει να μαζεύει μέχρι και μέσα Νοέμβρη προκειμένου να πάρει ακριβώς το αποτέλεσμα που ήθελε! Επιπλέον ήταν ο πρώτος στην περιοχή που πειραματίστηκε και κυκλοφόρησε τελικά αθείωτο Ξινόμαυρο και έχει κάνει άπειρους πειραματισμούς άλλοτε με περισσότερο άλλοτε με λιγότερο ρίσκο. Η εύκολη απάντηση όσων θεωρούν πως ξέρουν 2-3 πράγματα πάνω στο κρασί είναι η εξής:
"αυτό σίγουρα έχει μερλό μέσα". Ναι λοιπόν, το κακόμοιρο το Ξινομαυράκι μόνο του δεν πιάνει μία. Η λύση είναι απλή και εύκολη, ρίχνουμε λίγο μερλό και με την μία το κρασί παίρνει +10€ υπεραξία!
Το παραπάνω είναι το κλασσικότερο παράδειγμά της νοοτροπίας μας. Επειδή εμείς είμαστε οκνηροί και φοβητσιάρηδες φέρνουμε τα πάντα στα μέτρα μας. Αδυνατούμε να σκεφτούμε -κυρίως όμως να παραδεχτούμε- πως κάποιος το έχει ψάξει πολύ, δούλεψε σκληρά, ρίσκαρε και κατάφερε να κάνει κάτι πολύ καλύτερο από αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς. Τον φέρνουμε λοιπόν στα μέτρα μας, υποστηρίζουμε πως έπαιξε πονηρά και συνεχίζουμε ήσυχοι να πλέουμε σε πελάγη μετριότητας.
Ας δούμε λοιπόν τι θέλουμε. Θέλουμε να δείξουμε ποιοι πραγματικά είμαστε και ποιες οι δυνατότητες μας; Ή προτιμάμε να μείνουμε στην μετριότητα μακιγιαρισμένοι με βαρέλια, αρωματικές ζύμες και λοιπά φτιασιδώματα; Η επιλογή δική μας φίλοι οινοποιοί. Ας κάνουμε την αυτοκριτική μας και ας δούμε μετά ποιον δρόμο θα διαλέξουμε...