Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Ο χάρτης των γεύσεων και αποδράσεις στον αμπελώνα της Νάουσας

Πριν λίγο καιρό είχα συνειδητοποιήσει πως λείποντας αρκετό καιρό από την χώρα μας έχω μείνει λίγο πίσω σε ότι αφορά την ελληνική αγορά κρασιών και θα έπρεπε σύντομα να καλύψω το χαμένο έδαφος. Πήρα λοιπόν δύο από τους φίλους μου με την ...καλύτερη μύτη και κατεβήκαμε Ελλάδα για μία εβδομάδα. Ο ένας, ο Νίκο με καταγωγή από το Μπορντό και πλούσιο βιογραφικό έχοντας δουλέψει σε κάποια από τα καλύτερα οινοποιεία της Βουργουνδίας και ο Ρεμύ με καταγωγή από τον Ροδανό και γνήσιος Αρντεσουά έχει δουλέψει σε πολλά γνωστά domaine του Ροδανού και έκρινε αυστηρά τα Syrah που δοκιμάζαμε! Το πρόγραμμα έγραφε: χάρτης των γεύσεων το σαββατοκύριακο και επισκέψεις σε οινοποιεία στην περιοχή της Νάουσας το υπόλοιπο διάστημα. Μακάρι βέβαια να μπορούσαμε να επισκεφθούμε και άλλους αμπελώνες όπως π.χ. Γουμένισσα ή Αμύνταιο αλλά ο χρόνος ήταν πολύ περιορισμένος.
Ο χάρτης των γεύσεων είναι μία εκδήλωση που οργανώνεται από την wineplus κάθε χρόνο το πρώτο σαββατοκύριακο του Δεκέμβρη και συγκεντρώνει πλήθος κόσμου που μαζεύεται για να δοκιμάσει κρασιά και να γευτεί τα υπόλοιπα γαστρονομικά προϊόντα. Με πάνω από 60 παραγωγούς απ' όλες τις αμπελουργικές περιοχές της Ελλάδος πιστεύω πως είναι η καλύτερη ευκαιρία για να γνωρίσει κανείς το Ελληνικό κρασί σε όλες του της εκφράσεις.
Την πρώτη μέρα διάφοροι λόγοι μας ανάγκασαν να φτάσουμε καθυστερημένα και δοκιμάσαμε ελάχιστα πράγματα. Για τους Γάλλους, η πρώτη έκπληξη ήρθε από την Cair και τους αφρώδεις οίνους της. Δεν περίμεναν πως θα δοκίμαζαν τόσο καλά αφρώδη από ένα νησί που έχει μέσο όρο 10°C θερμοκρασίας υψηλότερο από την Καμπανία και πόσο μάλλον από δύο ποικιλίες που άκουγαν για πρώτη φορά στην ζωή τους: την Μανδηλαριά και το Αθήρι! Δεύτερο σταντ που τους έκανε να γουρλώσουν τα μάτια από ενθουσιασμό ήταν αυτό του Τσέλεπου και του κτήματος Δρυόπη. Από το πρώτο Μοσχοφίλερο μέχρι και τα Cabernet εκτίμησαν την εξαιρετική δουλειά που γίνεται στα δύο αυτά οινοποιεία. Σε κάποια φάση μάλιστα ο Νίκος μου είπε πως ίσως κάποιοι παραγωγοί του Μπορντό θα έπρεπε να έρθουν μία βόλτα από την Ελλάδα για να δουν πως δουλεύονται τα Cabernet και τα Merlot! Η τριάδα των τριών καλύτερων παραγωγών του Σαββάτου έκλεισε με το Gentilini από την Κεφαλονιά. Πολύ καλή και ψαγμένη δουλειά στα κρασιά και ταυτόχρονα πολύ φιλικοί άνθρωποι. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως αυτό που εξέπληξε περισσότερο τους δύο φίλους μου ήταν το πάθος που είχαν όλοι οι παραγωγοί γι' αυτό που κάνουν και την όρεξη τους να μοιραστούν το πάθος αυτό με όλους όσους δοκιμάζουν τα κρασιά τους! Υπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, αλλά ευτυχώς αυτές ήταν πολύ περιορισμένες περιπτώσεις.
Την Κυριακή λόγω της ελλιπούς αστικής συγκοινωνίας φτάσαμε κουρασμένοι και αργοπορημένοι. Το πρώτο αξιόλογο σταντ της ημέρας ήταν αυτό της οινοποιίας Ντούγκου. Τα κρασιά τους, από το πρώτο λευκό μέχρι και το τελευταίο κόκκινο ήταν όλα ένα κι ένα αλλά για μένα δύο από αυτά κατάφεραν να ξεχωρίσουν. Το πρώτο ήταν ο Ροδίτης σε βαρέλι από ξύλο ακακίας. Όταν ο κ.Ντούγκος μας πρότεινε να το δοκιμάσουμε σκέφτηκα από μέσα μου <<Τι μπορεί να δώσει άραγε ένας Ροδίτης σε βαρέλι; εδώ έτσι και δυσκολεύεται να δώσει κάτι...>> κι όμως! Το κρασί αυτό δεν θύμιζε σε τίποτα ό,τι είχα πιει μέχρι τώρα από την ποικιλία αυτήν! Και αυτό γιατί το βαρέλι ακακίας δεν είναι τόσο έντονο όσο το δρύινο για να επικρατήσει το ξύλο του αλλά είναι διακριτικό και βοηθάει τον Ροδίτη να αναδειχτεί καλύτερα συμπληρώνοντας τα αρώματά του με βοτανικά αρώματα που δένουν πολύ όμορφα με το σύνολο. Το δεύτερο κρασί που ξεχώρισε ήταν το Μεθ'Υμών 7 . Φτιαγμένο από 7 διαφορετικές ποικιλίες, μεταξύ αυτών και Grenache που κατά την άποψη μου επικρατούσε αρωματικά, μας έκανε να νομίσουμε πως βρισκόμαστε στον Γαλλικό Νότο και δικαίωνε απόλυτα τον τίτλο Chateauneuf du Τέμπη όπως χαριτολογώντας μας το παρουσίασε ο κ.Ντούγκος! Στο τέλος της ημέρας συμφωνήσαμε και οι τρεις πως τα προϊόντα της συγκεκριμένης οινοποιίας ήταν ό,τι πιο ενδιαφέρον δοκιμάσαμε όλο το σαββατοκύριακο! Πριν όμως φτάσουμε εκεί, πολλοί ακόμη παραγωγοί επιβεβαίωσαν την ποιότητα των κρασιών του Ελληνικού αμπελώνα. Πρώτος και καλύτερος ο αμπελώνας της Σαντορίνης με τα λευκά του Αργυρού και του Χατζηδάκη να εντυπωσιάζουν με τις οξύτητες τους και την μεταλλικότητα τους αλλά για μία ακόμη φορά να μην καταφέρνουν να μας πείσουν με τα κόκκινά τους. Πολύ σημαντικό και το πέρασμα μας από το σταντ του κτήματος Ταμιωλάκη όπου μπορέσαμε να δοκιμάσουμε και να μάθουμε για τις σπουδαίες Κρητικές ποικιλίες όπως το Βιδιανό και το Κοτσιφάλι. Έκπληξη επίσης ήταν και η ποικιλία Μπεγλέρι από τους αμπελώνες Αφιανέ στην Ικαρία, ένα νησί από το οποίο ποτέ δεν περίμενα πως θα δοκίμαζα κρασί αλλά να που κάθε τόπος έχει τελικά την δική του αμπελουργική παράδοση. Για να μείνουμε στα νησιά, εξαιρετική δουλειά και για τα κρασιά του κτήματος Χατζηγεωργίου από την Λήμνο, απόδειξη πως τα μοσχάτα μπορούν με σωστή προσπάθεια να δώσουν ξηρά πολύ καλής ποιότητας. Από κει και πέρα η κούραση άρχισε να γίνεται αισθητή και όσο κι αν προσπαθούσαμε δεν καταφέρναμε να εκτιμήσουμε όπως έπρεπε τα κρασιά που δοκιμάζαμε.
Τις υπόλοιπες τρεις μέρες περάσαμε τον χρόνο μας κάνοντας βόλτες στους αμπελώνες της Νάουσας και επισκέψεις στα οινοποιεία της περιοχής: στο οινοποιείο του Διαμαντάκου όπου γευτήκαμε το φρέσκο πρεκνιάρικο με τα εκρηκτικά του αρώματα και τα πολλά υποσχόμενα κόκκινα από Ξινόμαυρο, τον Έλινο στην Πατρίδα Ημαθίας σε ένα σημείο κάπως δυσεύρετο αλλά με φανταστική θέα και τον Θυμιόπουλο τον Αποστόλη στον Τρίλοφο Ημαθίας. Ο τελευταίος μάλιστα αποτελεί εγγύηση στο καλό Ξινόμαυρο και για μένα κάθε φορά που δοκιμάζω τα κρασιά του είναι μία απόλαυση! Τέλος, λίγο έλειψε να φύγουμε χωρίς να δοκιμάσουμε τα κρασιά της οικογένειας μου από βαρέλι (γιατί από μπουκάλι τα τιμάμε δεόντως κάθε στιγμή...) κάτι που μου έχει συμβεί στο παρελθόν! Έτσι, αργά το απόγευμα της τετάρτης δοκιμάσαμε την εσοδεία του 2007 από βαρέλι στο οινοποιείο Δαλαμάρα με τους δύο Γάλλους να ξεχωρίζουν το αυτόριζο Ξινόμαυρο για τον αρωματικό του πλούτο και το δροσερό του στόμα και την Νεγκόσκα για τα ξεχωριστά αρώματά της αλλά και επειδή ήταν κάτι εντελώς καινούργιο γι' αυτούς. Ενθουσιασμένοι από το Ξινόμαυρο, οι δύο φίλοι μου παραδέχτηκαν πως είναι μία πολύ μεγάλη ποικιλία και μου πρότειναν να οργανώσουμε μία τυφλή δοκιμή Ξινόμαυρου - Pinot Noir κάποια στιγμή στο μέλλον.
Την πέμπτη το πρωί πήραμε το αεροπλάνο για να επιστρέψουμε Γαλλία. Μία βδομάδα γεμάτη κρασί, γεμάτη ανακαλύψεις και ωραίες στιγμές είχε ήδη περάσει στο παρελθόν...

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2008

Αμπελοοινικές περιπέτειες στη νότιοδυτική Γαλλία!

Όπως είχα αναφέρει και στο τελευταίο ποστ, μία ακριβώς εβδομάδα πριν φύγουμε για Ελλάδα βρέθηκα αρχικά στο Μονπελιέ και στην συνέχεια στο Μπορντό για λίγες ημέρες. Αρχικά δεν είχα σκοπό να ασχοληθώ με κρασί και πάλι άλλα είχα αφήσει ελεύθερο το πρόγραμμά μου και πέρα από την Vinitech δεν είχα κλείσει τίποτα. Έλα όμως που θέλω ν' αγιάσω και δε μ' αφήνουν! Φτάνοντας στο Μονπελιέ περπάτησα μέχρι το κέντρο της πόλης όπου είχε παρουσίαση κρασιών με δοκιμή από διάφορους παραγωγούς της περιοχής. Προτού καν το καταλάβω και όντας πάντα με τον σάκο στην πλάτη, βρέθηκα με ένα ποτήρι στο χέρι και ξεκίνησα να δοκιμάζω... Το κρύο βέβαια δεν βοηθούσε και πολύ την γευσιγνωσία αφού τόσο τα κρασιά και άλλο τόσο τα χέρια μου και η μύτη μου ήτανε παγωμένα. Λίγα πράγματα από τους παραγωγούς του Λάγκντοκ οι οποίοι παρόλο που είναι δυνατοί στο μάρκετινγκ και πειραματίζονται αρκετά δεν έχουν το κάτι παραπάνω ώστε να καταφέρουν να παράγουν αξιοσημείωτα κρασιά. Να πω όμως πως το δείγμα τον οινοποιών που παρευρέθησαν στην εκδήλωση δεν ήταν και το αντιπροσωπευτικότερο για την περιοχή αυτήν. Λαμπρή εξαίρεση το οινοποιείο Folle Avoine όπου τα κρασιά τους δεν ήταν και ότι καλύτερο έχω δοκιμάσει αλλά η ειλικρίνεια του νεαρού που βρισκόταν στο σταντ και το ενδιαφέρον του για το προϊόν έκαναν το domaine αυτό να ξεχωρίζει.
Την Κυριακή το απόγευμα έφτασα στο Μπορντό και γρήγορα βρέθηκα περιτριγυρισμένος από άτομα από τον χώρο του κρασιού Είναι περιττό να πω πως τις επόμενες δύο ώρες ο οίνος μονοπώλησε την συζήτηση.

Την τρίτη το πρωί επισκεφθήκαμε την vinitech όπου δεν είδαμε και τίποτα το πραγματικά καινοτόμο ή κάτι που να καταφέρει να μας εντυπωσιάσει. Απ' ότι κατάλαβα η συγκεκριμένη έκθεση απευθύνεται κυρίως σε μεγάλες οινοποιητικές μονάδες που σκοπός τους είναι να παράγουν όσο το δυνατό περισσότερο, γρηγορότερα και φθηνότερα κρατώντας ένα μίνιμουμ ποιότητας. Μία έκθεση καθαρά για τους παραγωγούς του μπορντό και του υπόλοιπου γαλλικού νότου αφού εκεί συναντάμε μεγάλες μονάδες παραγωγής κρασιού που θυμίζουν εργοστάσια. Σίγουρα η έκθεση αυτή δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για τους παραγωγούς της Βουργουνδίας ή του Ροδανού αλλά και για οποιονδήποτε άλλο παράγει κρασί ακολουθώντας την φιλοσοφία που κυριαρχεί στις περιοχές αυτές. Φυσικά στο Μπορντό δεν παρέλειψα να περάσω και μία κλασσική βραδιά με παρέα, κρασάκι και χαλαρή κουβεντούλα όπου και ανοίχτηκαν δύο φιάλες. Ένα cru Bourgois από το Medoc του 2000 και ένα Casillero del Diablo του Concha Y Toro του 2006 από 90% Cabernet Sauvignon και 10% Carmenere με το πρώτο να είναι κλειστό στην αρχή αλλά να ανοίγει στην συνέχεια και το δεύτερο να είναι όπως ακριβώς το περίμενα και το θυμόμουν από την τελευταία φορά: ένα κρασί εντυπωσιακό αρχικά χωρίς όμως καθόλου βάθος και διάρκεια στην συνέχεια. Τέλος, όπως είναι λογικό και αναμενόμενο για κάθε οινόφιλο, προτού εγκαταλείψω το Μπορντό έκανα και μία βόλτα από το Saint-Emillon και το Pommerol. Πέρασα από όλα τα μεγάλα Chateaux και τους αμπελώνες τους (Angelus, Cheval Blanc, Ausone, Clos Fourtet...) αλλά μόνο προς τέρψη των οφθαλμών αφού όσο και αν τον ήθελαν και οι υπόλοιπες τέσσερις αισθήσεις μου μία γευστική δοκιμή των θρυλικών κρασιών που παράγονται εκεί πέρα ήταν και παραμένει ένα άπιαστο όνειρο...
Οι δοκιμές περιορίστηκαν σε ένα Sauvignon Blanc, ένα Sauvignon Gris, ένα Semillon και ένα Merlot, όλα από βαρέλι, σε γνωστό Chateau της περιοχής. Το πρώτο Sauvignon μας τίναξε το στόμα από την οξύτητα, το δεύτερο μας ενθουσίασε με τα έντονα αρώματα μπανάνας και αχλαδιού ενώ το Semillon ήταν επίσης πολύ όξινο αφού όπως και τα 2 προηγούμενα λευκά δεν είχε κάνει μηλογαλακτική ζύμωση*. Απ' ότι μας είπαν όμως δεν θα τα αφήσουν να γίνει στα πρώτα δύο διότι προτιμάνε να κρατήσουν τα πρωτογενή αρώματα του Sauvignon. Στο Μερλό του 2007 επικρατούσε το ξύλο σε τέτοιο σημείο που μας έδινε την εντύπωση πως γλύφαμε φρεσκοκομμένα σανίδια οπότε δεν αξίζει να ασχοληθούμε περισσότερο με αυτό! Αργότερα έμαθα πως το συγκεκριμένο Chateau δουλεύει αποκλειστικά και μόνο με στόχο την παραγωγή κρασιών που ευχαριστούν τον Ρόμπερτ Πάρκερ οπότε κατάλαβα γιατί τόσο ξύλο στο Μερλό και μπανάνα στο Σοβινιόν...


*Μηλογαλακτική ζύμωση: Η μετατροπή από τα βακτηρίδια, του Μηλικού οξέος σε Γαλακτικό. Το γαλακτικό οξύ είναι λιγότερο όξινο και πιο σταθερό από το Μηλικό και έχουμε έτσι πιο μαλακή οξύτητα και μεγαλύτερη σταθερότητα του κρασιού.